Μητροπολίτη Σουρόζ Αντώνιου Bloom
Ὅλοι μας εἴμαστε ἀδύναμοι, ἀλλὰ δὲν εἴμαστε ὅλοι δεκτικοὶ τῆς χάριτος· ὑπάρχει ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος νὰ γίνουμε ἀδύναμοι γιὰ νὰ γίνουμε δεκτικοί καὶ θὰ προσπαθήσω νὰ τὸ ἐξηγήσω ἤ νὰ ἀναφερθῶ σ’αὐτὸ μὲ δύο παραδείγματα.
Τὸ πρῶτο δὲν ἀπέχει ὅσο φαίνεται ἀπὸ τὴν συγκεκριμένη, αὐστηρὴ πραγματικότητα. Ἄν θυμᾶστε ὅτι στὴν Γραφή, ἡ λέξη «Πνεῦμα», σημαίνει τὸ φύσημα τοῦ ἀνέμου, τὸ φύσημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐνέργεια Του, τότε αὐτὸ τὸ παράδειγμα ἴσως νὰ ἔχει νόημα: ὅταν ὁδηγοῦμε μιὰ βάρκα, εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ τὴν κατευθύνουμε χάρη στὸν ἄνεμο ποὺ φυσάει· ὅταν ἀνοίγουμε τὸ πανὶ, τότε ἐκεῖνο ἁρπάζει τὸν ἄνεμο ἐπειδὴ εἶναι εὐαίσθητο, προσαρμόζεται εὔκολα, ἐπειδὴ μπορεῖ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ τὸν ἄνεμο πρὸς κάθε κατεύθυνση. Πρέπει μοναχὰ νὰ μάθουμε νὰ τὸ χειριζόμαστε γιὰ νὰ ἐγκλωβίσουμε τὸν ἄνεμο. Αὐτὴ εἶναι μιὰ πρώτη μορφὴ ἀδυναμίας ποὺ μᾶς βοηθάει στὴν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ, νὰ προσαρμοζόμαστε εὔκολα καὶ νὰ μαθαίνουμε νὰ δεχόμαστε τὸν ἄνεμο ὅπου φυσάει, ὅπου τὸ πνεῦμα πνέει καὶ ν’ ἀνοιγόμαστε μὲ τέτοιον τρόπο ὥστε νὰ γεμίζουμε ἀπ’ αὐτόν, ὥστε νὰ ἐπιτρέψουμε στὸ Πνεῦμα τὸ ἴδιο νὰ κατευθύνει τὴ ρότα τοῦ καραβιοῦ μας. Ἀλλὰ πολὺ συχνὰ ἡ ἀδυναμία μας παραμένει κι ὅμως προσπαθοῦμε νὰ εἴμαστε νευρικοὶ καὶ συνετοὶ καὶ ἐνεργητικοὶ καὶ ἡ ἀδυναμία μας αὐτὴ ἐμποδίζει τὸν Θεὸ νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ κάνει ἄν μοναχὰ δὲν βοηθούσαμε μὲ τρόπο ἀνάρμοστο.
Ἔχετε βέβαια δεῖ πῶς δίνονται σ’ ἕνα μικρὸ παιδὶ τὰ πρῶτα μαθήματα γραφῆς: ἀφοῦ τὸ βάλει νὰ κρατήσει ἕνα μολύβι ἡ μητέρα κινεῖ τὸ χεράκι τοῦ παιδιοῦ. Καὶ ὅσο τὸ παιδὶ δὲν γνωρίζει τὶ σκοπεύει νὰ κάνει ἡ μητέρα, ὅσο τὸ χέρι κινεῖται ἀδύναμο μέσα στὸ χέρι της, πόσο ὄμορφες εἶναι οἱ γραμμὲς! Εὐθεῖες, ἐλεύθερες. Ἀλλὰ ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ τὸ παιδὶ φαντάζεται πὼς γνωρίζει τὶ σκοπεύει νὰ κάνει ἡ μητέρα του καὶ νοιώθοντας ἀβοήθητο, σπρώχνει,τραβάει καὶ οἱ γραμμὲς πᾶνε στραβά. Αὐτὸ κάνουμε συνεχῶς: Ὁ Κύριος προσπαθεῖ νὰ κατευθύνει τὸ χέρι μας, νὰ γράψουμε τὴν σωστὴ ἱστορία τῆς ζωῆς μας στὸ Βιβλίο τῆς Ζωῆς, ἀλλὰ φανταζόμαστε ὅτι γνωρίζουμε καλύτερα, ὅτι ξέρουμε καλύτερα τὰ σχέδιά Του καὶ εἴμαστε τόσο ἀβοήθητοι! Καὶ εἶναι τὸσο κακογραμμένο τὸ γραπτὸ μας στὸ Βιβλίο τῆς Ζωῆς. Ἄν μόνο μαθαίναμε ν΄ ἀφήναμε τὸ χέρι μας νὰ τὸ κατευθύνει ὁ Θεὸς μέχρι νὰ καταλάβουμε ἀληθινὰ τὶ σκοπεύει νὰ κάνει ὁ Θεὸς, μέχρι νὰ καταλάβουμε τὶ εἶναι οἱ γραμμὲς καὶ τὸ τελικὸ σχέδιο! Ἀλλὰ δὲν γνωρίζουμε καὶ ἡ φαντασία μας, ἡ εὔθραυστη δύναμή μας φαίνεται ὅτι εἶναι δυνατὴ ἀρκετὰ γιὰ νὰ μουτζουρώνει αὐτὸ ποὺ γράφει μὲ τὸ χέρι Του ὁ Θεός.
Αὐτὰ τὰ δύο παραδείγματα δείχνουν ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε εὐαίσθητοι μὲ νοῦ ἀνοιχτὸ κι ἐξυπνάδα, μὲ τὴν εὐελιξία ποὺ μποροῦμε, ἄγρυπνοι· καὶ τότε θὰ μάθουμε πρῶτα καὶ μετὰ θὰ γίνουμε δημιουργικοὶ. Δύναμη καὶ ὅρια, δύναμη καὶ ἀπάθεια πάντα πηγαίνουν μαζί· ζωὴ καὶ ἀνθρώπινη ἀδυναμία πάντα συνδέονται μεταξύ τους.
Από το Γεροντικό
Ὅταν πρωτοϊδρύθηκε τό Κοινόβιο τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου στήν Παλαιστίνη, ἦταν τόσο φτωχό πού συχνά δέν ὑπῆρχαν οὔτε τά ἀπολύτως ἀναγκαῖα γιά τήν συντήρησι τῶν μοναχῶν. Ἦτο Μέγα Σάββατο ἀπόγευμα. Περίμεναν νά ἑορτάσουν τό Ἅγιο Πάσχα. Οἱ ἀδελφοί ἔψαχναν ἀπελπισμένοι ὁλόκληρο τό μοναστήρι. Δέν ζητοῦσαν μεγάλα πράγματα. Γιά τίποτε φαγώσιμο, οὔτε συζήτησι πιά δέν γινόταν. Μιά μικρή προσφορά ἐκοίταζαν νά βροῦν, ξεχασμένη ἀπό ἄλλη φορά, γιά νά μή στερηθοῦν τή Θεία Κοινωνία. Ἀδύνατον ν’ ἀνακαλύψουν. Κι’ ἐδῶ στέρησις, συλλογίζονταν.
Τό εἶπαν στόν Γέροντά τους, τόν Ὅσιο Θεοδόσιο. Τούς ἄκουσε μέ ἀπόλυτη ἠρεμία σάν νά συνέβαιναν ὅλα αὐτά σέ ξένη περιοχή. Οὔτε τήν ἀνησυχία τους φαινόταν νά συμμερίζεται ὁ οὐράνιος ἐκεῖνος ἄνθρωπος καί διαταγή ἔδωσε νά εἶναι ἕτοιμο γιά τή νυκτερινή Λειτουργία τό Ἅγιο Βῆμα, ἀκόμη κι’ ἡ τράπεζα γιά τό πασχαλινό γεῦμα. Μάταιη παρηγοριά, ψιθύρισαν μερικοί. Ὁ Ὅσιος ἔκανε πώς δέν ἄκουσε. Μήπως ἔγινε ἀσθενέστερος στή δύναμι ἤ ἀτονώτερος στό νά χορηγῆ καί σήμερα Ἐκεῖνος πού ἔθρεψε μέ τό μάννα ὁλόκληρο λαό στήν ἔρημο καί χόρτασε τόσο πλῆθος μέ πέντε ψωμιά;
Ἐθαύμαζαν οἱ μοναχοί τήν πεποίθησι τοῦ Ἡγουμένου τους, μά δέν κατώρθωσαν νά τή συμμερισθοῦν. Βασίλευε ὁ ἥλιος, ὅταν κτύπησε τήν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ κάποιος ἄγνωστος. Μαζί του ἔφερνε δυό καμῆλες φορτωμένες.
– Πήγαινα μιά μικρή δωρεά σέ κάποια σκήτη λίγο πιό πέρα ἀπό τό Μοναστήρι σας, ἐξήγησε στούς ἀδελφούς. Μά μόλις ἔφθασα ἐδῶ, τά ζῶα μου σταμάτησαν καί μέ κανένα τρόπο δέν μποροῦσα νά τά κάνω νά προχωρήσουν βῆμα. Λέγω μήπως θέλει ὁ Θεός ν’ ἀφήσω σέ σᾶς αὐτά τά λίγα τρόφιμα;
Λίγα τρόφιμα! Αὐτά ἔφθασαν ὡς τήν Πεντηκοστή καί πέρα ἀκόμη. Οὔτε προσφορές ἔλειπαν γιά τή Θεία Λειτουργία ἀπό τήν ἀνέλπιστη δωρεά. Πολύ μεγάλη ἡ ἐλπίδα! ἔλεγαν μεταξύ των οἱ καλόγεροι τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου κι’ εὐλαβοῦντο τόν Ἅγιο Γέροντά τους πού τόν στόλιζε κι’ αὐτή ἡ ἀρετή.
Γερόντισσας Φιλοθέης
Αγάπη Θεού είναι να βγαίνει κανείς από τον εαυτό του. Και η αγάπη προϋποθέτει οπωσδήποτε ταπείνωση, και η ταπείνωση υπακοή. Δεν μπορεί να φτάσει κανείς στην αγάπη έξω από την ταπείνωση και την υπακοή· υπακοή στο θέλημα του Θεού. Μόνο τότε φτάνει κανείς στην αγάπη. Στα περσινά συνθήματα που δώσαμε την Πρωτοχρονιά, εμένα μου έτυχε αυτό το πολύ ωραίο: «Η ζωή της ψυχής είναι η αγάπη. Τότε νιώθεις ότι όλοι σε αγαπούν, ακόμη και εκείνος που έρχεται να σε σουβλίσει».
Ε, ναι, όταν φτάσει κανείς σε τέτοια μέτρα αγάπης, ποιον να φοβηθεί; Πήγαιναν οι μάρτυρες στο μαρτύριο· τους σούβλιζαν, τους έκαιγαν, τους έριχναν στα θηρία, αλλά δεν πάθαιναν τίποτε, γιατί αγαπούσαν πάρα πολύ τον Χριστό. Και όταν αγαπάει κανείς ειλικρινά τον Χριστό, αγαπάει και την εικόνα του Χριστού, τον άνθρωπο, τον πλησίον, όποιος κι αν είναι αυτός. Και πώς τα καταφέρνουμε τώρα εμείς και ζούμε όπως ζούμε, ενώ όλη η ζωή μας πρέπει να είναι έτσι, πρέπει να είμαστε Χριστόψυχοι;
Σήμερα διάβασα αυτή την πολύ ωραία λέξη: Χριστόψυχοι· δεν είναι πολύ ωραία; Να έχουμε ψυχή Χριστού. Ξέρετε πόσα θαύματα μπορούν να γίνουν μετά; Θα αλλάξουν όλο το μοτίβο της οικογένειας, όλης της κοινωνικής ομάδος. Πότε; Αν αρχίσουμε έτσι, αν βάλουμε δηλαδή στόχο στη ζωή μας να αγαπούμε τον αδελφό όπως τον εαυτό μας.
Όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφερθούν οι άλλοι, να συμπεριφερθούμε και εμείς, χωρίς να δίνουμε πιστοποιητικά αθώωσης στους άλλους – έχουν και εκείνοι τα προβλήματά τους, τις αρρωστημένες τους καταστάσεις, όπως έχουμε όλοι μας – αλλά να κρίνουμε από τον εαυτό μας· θα θέλαμε οι άλλοι να μας συμπεριφερθούν έτσι, δηλαδή να μας απορρίψουν, να μας κατακρίνουν, να μας καταδικάσουν; Εμείς γιατί είμαστε πρόθυμοι να το κάνουμε; Χριστιανός αυτό σημαίνει: Χριστόψυχος. Τι θα έκανε ο Χριστός εκείνη την ώρα, τι θα έκανε ο άγιος;
Αν αυτά συνέχεια τα δουλεύουμε μέσα μας, θα έχουμε πάρα πολλή προκοπή, ξέρετε. Χωρίς να το καταλάβουμε, σιγά-σιγά, σιγά-σιγά θα ανοίγει η καρδιά μας, θα ξεδιπλώνεται, θα φύγουν όλες οι απωθημένες ενοχές, και στο τέλος θα φτάσουμε στην απλότητα. Και όταν φτάσει κανείς στην απλότητα, δεν φοβάται μετά τίποτε· όλα τα παραβλέπει, όλα τα συγχωρεί, όλα τα δικαιολογεί, και έχει μέσα του μια πληρότητα, η ψυχή του γεμίζει από χαρά ουράνια.