Το ανέσπερο φως
Το ανέσπερο φως
Η αγωγή των νέων σήμερα
Τα κοιμητήρια
Το ανέσπερο φως
Ἀπελπισμοῦ ἀνάσχεσις
Παρά ταύτα: Χριστός ανέστη!
Υπήκοος μέχρι θανάτου
Ἡ δυναμική τοῦ Σταυροῦ
Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοῖ πῦρ φιλόϋλον
Μητροπολίτη Λεμεσοῦ Γέροντα Ἀθανασίου
Κάτω από το Σταυρό του Κυρίου
Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
Ο άνθρωπος είναι ένα μεγάλο μυστήριο. Σήμερα βροντοφωνάζει “ωσαννά” και μετά από λίγο “σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν”.
Τραγικό πρόσωπο ο άνθρωπος. Προτιμά το ψέμα από την αλήθεια, σαρκάζει τον δημιουργό του, αγνωμονεί, υποδουλώνεται στα πάθη του. Ο άνθρωπος πνιγμένος στα προβλήματα, τις δραστηριότητες και τις πολλές σκέψεις δεν συγκινείται ούτε ενώπιον του σταυρού. Στη θέση του Θεού έχει τοποθετήσει την ηδονή, την επικράτηση, την κυριαρχία. Είναι τέλεια ελεύθερος ο άνθρωπος να δεχθεί ή να απορρίψει ό,τι θέλει.
Για μια ακόμη φορά εισερχόμεθα στη Μεγάλη Εβδομάδα. Ας μην εξαντλήσουμε τα “θρησκευτικά μας καθήκοντα” ανάβοντας ένα κερί ή περνώντας από μια εκκλησία. Ας σταθούμε λίγο στη σκιά του σταυρού. Μη σαν τους Ιουδαίους σκανδαλισθούμε από τον Σταυρωμένο ή μη κι εμείς, σαν τους ειδωλολάτρες, τον θεωρήσουμε μωρία. Πρέπει να περάσουμε οπωσδήποτε από τη Μεγάλη Παρασκευή, για να πάμε στη λαμπροφόρα Κυριακή του Πάσχα. Δεν υπάρχει ποτέ ανάσταση, αν δεν προηγηθεί σταυρός. Δεν μπορούμε να πάμε κατευθείαν στο Πάσχα. Και μη λησμονάμε ότι σύμβολο του χριστιανισμού είναι ο σταυρός. Ενώπιόν του ας γίνουμε όλοι πιο σώφρονες, συνετοί, σοβαροί, σεμνοί και ταπεινοί.
Ο σταυρός μειώνει την ένταση των φωνών. Διδάσκει την αγία υπομονή και την οσία σιωπή.
Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Ὅταν κάποιος ἔχει γίνει δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (μέσα ἀπό τήν ἄσκηση), ἔχει «αὐτόματα» καί τό χάρισμα τό προορατικό, ὡς καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως, μπορεῖ κάποιος νά ἔχει παρόμοιο χάρισμα, καί χωρίς νά ἔχει γίνει δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς δηλαδή νά εἶναι Ἅγιος!
Στίς 5 Φεβρουρίου τοῦ 1991, στό ὄρος Ὄθρυς (Ν. Φθιώτιδος), συνετρίβη ἕνα C-130, σκοτώνοντας 63 παλλικάρια τῆς πολεμικῆς μας ἀεροπορίας.
Τά σωστικά συνεργεῖα ἔψαχναν ἐναγωνίως νά βροῦν ἐπιζῶντες, ἀλλά δέν ἔβρισκαν τόν τόπο τοῦ δυστυχήματος. «Τό ἀεροπλάνο δέν ἔπεσε ἐκεῖ ποῦ ψάχνουν, ἀλλά ἀλλοῦ! Νά! Τό βλέπω μπροστά μου...!», φώναζε ἐν ἀγωνίᾳ ἕνας γνωστός μου ὑπερήλικας Ἱερέας ὄντας στό χωριό του (Ν. Ἀχαϊας) χιλιόμετρα μακρυά ἀπό τό Ὄθρυς! Καί μέ τήν δική του μεσολόβαση βρῆκαν τόν τόπο τοῦ δυστυχήματος. (Μοῦ τό διηγήθηκαν οἱ συγχωριανοί του, αὐτόπτες μάρτυρες).
Ὁ συγκεκριμένος Ἱερέας ἔβλεπε καί τό μέλλον. Ἐνώπιόν μου, ἐν ἔτει 1987, εἶπε σέ διάκονο, πού εἶδε γιά πρώτη φορά: «Ἡ διακόνισσά σου εἶναι δύο μηνῶν ἔγκυος, καί θά κάνει ἕνα ἔξυπνο ἀγοράκι», καί ὅπως εἶπε, ἔγινε. Εἶπε σέ μιά νιόπαντρη γυναίκα: «Τό πρῶτο παιδί πού θά συλλάβεις, θά τό ἀποβάλλεις, ἀλλά μετά θά γεννήσεις κανονικά». Καί ὅπως εἶπε, ἔγινε.
Σέ ἄλλη: «Θά ἔρθει κακό στό σπίτι σου», καί σέ λίγες μέρες πέθανε ξαφνικά ὁ πεθερός της. «Θά σοῦ εἰπῶ κάτι πού θά σέ λυπήσω. Τό παιδί σου θά τό χάσεις», εἶπε σ' ἕναν πατέρα. Καί ὄντως τό παιδί του, χωρίς νά ἔχει πρόβλημα ὑγείας, πέθανε ξαφνικά. (Αὐτόπτες μάρτυρες οἱ συγχωριανοί του).
Τί χάρισμα ἦταν αὐτό; Ἦταν ἐκ Θεοῦ; Ὡς Ἱερέας ἦταν μέν καλός, ἀλλά δέν εἶχε φήμη Ἁγίου καί τέτοια χαρίσματα τά ἀποκτοῦν οἱ Ἅγιοι. Μήπως τό χάρισμά του ἦταν ἐκ τοῦ πονηροῦ; Ὅμως, ὁ πονηρός δέν ξέρει τό μέλλον, καί αὐτός ὁ Ἱερέας ἔλεγε καί πράγματα τοῦ μέλλοντος.
Λοιπόν, τό χάρισμά του δέν ἦταν οὔτε ἐκ Θεοῦ, οὔτε καί ἐκ τοῦ πονηροῦ. Καί τί ἦταν; Μήπως τελικά ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἔχουν ἐκ φύσεως ἕνα τέτοιο χάρισμα; Μήπως; (Εἶναι θέμα πού χρειάζεται πολλή συζήτηση, γιατί κρύβει πολλά μυστήρια).
Μιά τσιγγάνα εἶχε παρευρεθεῖ στό χωριό μου, κάπου 300 χιλιόμετρα μακρυά ἀπό τήν Ἀθήνα. Καί εἶπε στόν ἀδερφό μου πού συνάντησε στόν δρόμο: «Ἡ γυναίκα σου εἶναι ἔγκυος, καί αὐτή τή στιγμή εἶναι στήν Ἀθήνα, μέ τήν κ. Ἑ.,». Καί ἔτσι ἦταν!
Αὐτό ἦταν σίγουρα ἀποκάλυψη διαβόλου, γιατί δέν εἶχε νά κάνει μέ τό μέλλον. Καί αὐτή ἡ τσιγγάνα μέ τά ξόρκια κ.λ.π., πού ἔκανε, ἔδωσε τόπο στόν διάβολο, καί ὁ διάβολος τήν «ἀντάμειψε». Καί δέν χρειάζεται νά κάνει κάποιος ξόρκια κ.λ.π., γιά νά «τιμηθεῖ» ἀπό τόν διάβολο. Ἀρκεῖ νά τοῦ μοιάζει στήν ὑπερηφάνεια.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γράφει: «Ἔχω ἰδεῖ τόν δαίμονα τῆς κενοδοξίας νά βάζει λογισμούς σέ κάποιον μοναχό, καί ταυτόχρονα νά τούς ἀποκαλύπτει καί σ' ἄλλον (κενόδοξο) μοναχό, καί αὐτός ὁ ἄλλος (ὁ δεύτερος) νά λέει στόν πρῶτο «σκέπτεσαι αὐτό καί αὐτό!» (Λόγος ΚΑ΄, περί κενοδοξίας, 16).
Καί ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος προσθέτει: «Ὅταν ὁ διάβολος βρεῖ τόπο στίς ὑπερήφανες ψυχές, τότε τούς παρουσιάζεται , ὅταν κοιμοῦνται ἤ ὅταν εἶναι ξύπνιοι, μέ τή μορφή Ἁγίου Ἀγγέλου ἤ Μάρτυρα, καί τούς δίδει πνευματικά χαρίσματα ἤ τούς ἀποκαλύπτει διάφορα μυστήρια.
Μέ τόν σκοπό νά ἐξαπατηθοῦν οἱ ταλαίπωροι καί νά χάσουν ἐντελῶς τά λογικά τους...!» (Λόγος ΚΒ΄, περί ὑπερηφανείας, 19, & Λόγος Γ΄ περί ὀνειρων, 39). «Τό προορατικό χάρισμα πού ἔχει αὐτός ὁ μοναχός, δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό, γιατί δέν ἔχει ταπείνωση», ἔλεγε ὁ Ὅσιος Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης γιά ἕναν Ἁγιορείτη μοναχό.
«Φερέγγυο» δέν εἶναι οὔτε τό χάρισμα πού ἔχουν οἱ Ἅγιοι! «Πῶς ψόφησε τό γαϊδουράκι;», ρώτησε ὁ Μ. Ἀντώνιος τούς ἐπισκέπτες του. «Πῶς τό ξέρεις;!». «Μοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ διάβολος!». (Γεροντικό, Ἀββᾶ Ἀντωνίου, 12). Ὁ Μ. Ἀντώνιος ἐπειδή ἦταν Μέγας Ὅσιος, μποροῦσε νά διακρίνει πότε τοῦ μιλοῦσε ὁ Θεός καί πότε ὁ παμπόνηρος, πού ἐξαπάτησε τήν Εὔα. Ἄλλοι τό γνωρίζουν;
Καί τί σημαίνει, τέλος πάντων, πώς ἕνας Ἅγιος ἔχει προορατικό; Σημαίνει πώς ὅλο τό εἰκοστετραωρο δέχεται ἀποκαλύψεις καί μηνύματα ἀπό τόν Θεό; Ἄν εἶναι δυνατόν! Τό χάρισμά του λειτουργεῖ, ὅταν ὑπάρχει ἀνάγκη, «ἐνεργεῖ κατά τήν χρείαν» (Μ. Βασίλειος P.G. 32: 180).
Στόν ὑπόλοιπο καιρό λέει ἁπλά τή γνώμη του, πού μπορεῖ νά εἶναι καί λάθος...! Καί ὁ Ὅσιος Παϊσιος καί ὁ Ὅσιος Πορφύριος ὡς δοχεῖα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶχαν χάρισμα προορατικό.
Ὅμως, ἄλλη ἄποψη εἶχε ὁ ἕνας γιά τό «666», καί ἄλλη ὁ ἄλλος. Ἄς μήν ἐξισώνουμε λοιπόν τούς Ἁγίους μέ τόν παντογνώστη καί καρδιογνώστη Κύριο.
Ὁ Ὅσιος Παϊσιος ἔλεγε: «Τό πιό μεγάλο χάρισμα εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ματαιότητος». Ὅταν τό ἀποκτήσουμε, δέν θά τρέχουμε σέ «χαρισματούχους»...
Θεομητορικὲς ἐαρινὲς διδαχές
ἤ, Τῶν θείων Χαιρετισμῶν τὰ ἀνάλογα ποιμαντικὰ βιώματα
«Χαῖρε σεπτοῦ Μυστηρίου θύρα...»
Στὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέργης κ. Εὐάγγελο, ταπεινό, υἱκὸ εὐχετήριο
π. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ
Ἀνοιξιάτικο ἀπόβραδο μὲ τὴ εὐωδιαστὴ ἀνάσα τῆς νύχτας ποὺ σιμώνει, νὰ μυρώνει τὸν τόπο καὶ τὶς ψυχές μας. Εὐωδιὰζει κι ὁ ναὸς ἀπὸ τὸ μοσχοθυμίαμα, ποὺ συνοδεύει αὐτὰ τὰ ἀτέλειωτα «Χαῖρε», τὰ ὁποῖα καὶ Τῆς προσφέρουμε. Τὰ προσφέρουμε, στὰ πάντερπνα αὐτὰ τ᾿ ἀπόβραδα τῆς Μεγαλης Σαρακοστῆς, λίγο πρὶν ἀνατείλει τὸ Σαββατοκύριακο. Λίγο μετὰ ἀπὸ τὴν ντυμένη τὰ μώβ Προηγιασμένη. Τὰ προσφέρουμε δηλαδή, στὸ συνορο ἐκείνων τῶν ἱεροκατάνυκτων στιγμῶν, ὅπου καλούμεθα νὰ ξεδιπλώσουμε λίγο τὶς ψυχές ἀπὸ τὸ πένθος τῆς κάθε Σαρακοστιανῆς Ἑβδομαδος, καὶ μὲ κλείδὶ τὴν Χάρη Της ν᾿ ἀνοίξουμε λίγο τὴ θύρα τοῦ ἐλέους Του γιὰ ν’ ἀνασάνουμε Ἀναστάσιμη αὔρα, ποὺ μᾶς τὴν προσφέρουν οἱ θεῖες λειτουργίες τοῦ Σαββατοκύριακου.
Γι᾿ αὐτὸ κι ἡ κάθε βραδυὰ τῶν Χαιρετισμῶν μέσα στὴν Σαρακοστὴ εἶναι μιὰ εὐκαιρία γιὰ ἀνανέωση τῆς εὐεργεσίας ποὺ νοιώθουμε γιὰ Ἐκέινη. Γιατὶ κι ἐδῶ, στὸν καιρὸ τῆς Νηστείας, μεριμνᾶ γιὰ τὸν κόσμο. Ὅπως πάντα δηλαδή. Μεριμνᾶ κὰι τοῦ συμπαρίσταται «σκέπη [γίνεται] καὶ προστασία κι ἀντίληψις καὶ καύχημα» Ἔτσι, μὲ συγκίνηση τῆς προσφέρουμε, μαζὶ μὲ τὰ δάκρυα τῆς εὐγνωμοσύνης μας, τὰ ἀτέλειωτα «Χαῖρε», γνωρίζοντας πολὺ καλὰ πὼς αὐτὴ ἡ χαρὰ ἐπιστρέφεται καὶ σὲ μᾶς. Κι εἶναι αὐτὴ ἡ χαρά, ὄχι τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλὰ τῆς ἴδια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ὁποία διὰ στόματος τοῦ Ἀποστόλου Της εὔχεται στοὺς πιστούς Της: , «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε» (Φιλιπ. 4,4). Τῆς καταθέτουμε, λοιπόν, τὸν ταπεινό μας χαιρετισμό, γιατὶ γνωρίζουμε ὅτι ὄντως εἶναι ἡ θύρα ποὺ μᾶς εἰσάγει στὸ magnummysterioum. Τῆς θείας Ἐναθρωπήσεως τοῦ Λόγου τὸ μέγα καὶ ἱερὸ Μυστήριο, ποὺ εἶναι τῆς σωτηρίας μας τὸ κεφαλαιο. Μυστήριο ποὺ ξεκίνησε Ἐκείνη τὴν ἄχραντη ἡμέρα τοῦ θείου Της Εὐαγγελισμοῦ μὲ τὴν ἀφιέρωσή Της στὸ θεῖο σχέδιο τῆς Οικονομία Του μὲ τὴ φωτεινὴ κι ἁγνὴ τὴν ἔκφραση:«Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου»( Λκ.1, 38). Λόγος, ποὺ γίνεται θεμελιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἐκφράζεται ὡς ὑπόσχεση ἀπὸ ἄνθρωπο πρὸς τὸ Θεό. Ὑπόσχεση γιὰ μιὰν νέα Ἔξοδο τοῦ περιούσιου λαοῦ Του ἀπὸ τὴ νοητὴ τὴν Αἴγυπτο τῆς αἰχμαλωσίας καὶ τῆς ἁμαρτίας, στὸν Παραδεισο , «δί΄ἤς ἠνοίχθη», ἀφοῦ Ἐκείνη εἶναι «ἡ κλεῖς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας» καὶ « Παραδείσου θυρῶν ἀκοικτήτιον».
Πῶς, λοιπόν, νὰ μὴν ἀφήσουμε τὴ χαρά μας γιὰ τὶς εὐεργεσίες Της, ὥστε νὰ γίνει ἑσπερινὸ πανευῶδες θυμίαμα καὶ νὰ ἀνεβεῖ σιμά Της; Τῆς τὴ χρωστοῦμε αὐτὴ τὴ χαρὰ ποὺ ἀπολαμβάνουμε αὐτὲς τὶς θεοφιλέστατες βραδυὲς τῆς κάθε Παρασκευῆς τῆς Μ. Σαρακοστῆς. Γιατὶ μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴν ἄλλη, τὴν ἀπύθμενη χαρά, ἐκείνη τῆς Ἀναστάσεως. Τὴ χαρὰ ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ ἕνα μαρτύριο κι ἕνα θάνατο: Ποὺ δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι, «ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ, χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Κι ἔτσι δὲν εἶναι;
π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου (π. Λύβιος)
Και εκεί που νιώθεις "δυνατός", και αισθάνεσαι λες και χάθηκαν οι καημοί και τα βάσανα σου, άξαφνα έρχεται μια πτώση, μια παλιά ή νέα δοκιμασία να σου κλείσει ξανά χαιρέκακα το μάτι. Να και πάλι ο πόνος που ήρθε να σου θυμίσει οτι ακόμη δεν έβγαλες φτερά. Όπως τον ήλιο που τ’ απόγευμα σκέπασαν κάτι απειλητικά σύννεφα ή εκείνο το μοναδικά όμορφο πρόσωπο που στο γέλιο κύλησε ένα δάκρυ και θάμπωσε την ματιά του.Κι όλα αυτά, για να θυμόμαστε ότι τίποτε δεν είναι αυτονόητο, ότι τίποτε δεν κρατάει για πάντα. Όλα είναι ρευστά ίσως γι αυτό και σημαντικά. Τόσο που πρέπει να τα ζούμε.
Υπάρχει όμως Εκείνης η αγκαλιά. Εκείνης της μάνας του Θεού. Τι ωραίο που ο Θεός μου έχει μάνα. Ετσι ξέρει απο αυτή την ζεστή και συνάμα δύσκολη σχέση.Η Παναγία, η αγκαλιά της, που κάλυψε στις πιο δύσκολες στιγμές μας, την έλλειψη μιας μάνας, την απουσία της αγάπης, τα λάθη που γέμισαν ενοχές τα σωθικά μας.
Μας αγαπάει η Παναγία, όχι γιατί είμαστε υπέροχοι, ούτε γιατί αγγίζουμε την τελειότητα, αλλά γιατί είναι Μάνα και ξέρει να αγαπά το αδύνατο, το φοβισμένο, το ανασφαλές, το ανήμπορο μονάχο να υπάρξει. Ξέρει το κλάμα να σιωπά και ανάσες να του δίνει. Ξέρει καλά, ότι στο βάθος των πραγμάτων όλοι μια αγκαλιά ζητάμε. Εκεί γεννηθήκαμε εκεί θα ξαναπάμε.
π. Βαρνάβα Γιάγκου
Η πείρα των Αγίων μας, που είναι πείρα της Εκκλησίας, έχει πρακτικούς άξονες ζωής, οι οποίοι αποκαλύπτουν το αληθινά πνευματικό από το ψεύτικο και τον ζήλον «ου κατ’ επίγνωση». Ας δούμε μερικούς:
• «Ο ζηλωτής άνθρωπος ουδέποτε φτάνει στην ειρήνη, είναι ξένος της ειρήνης και της χαράς. Η ειρήνη είναι η τέλεια υγεία της διανοίας, ο δε ζήλος είναι ενάντιος της ειρήνης και, συνεπώς, όποιος έχει μικρό ζήλο έχει μεγάλη ψυχική ασθένεια».
• «Η αρχή της σοφίας του Θεού είναι η επιείκεια και η πραότητα, οι οποίες υποφέρουν τις αδυναμίες των ανθρώπων και είναι κατόρθωμα γενναίας και μεγάλης ψυχής. Όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος, “οι δυνατοί να βαστάζετε τα ασθενήματα των αδυνάτων”».
• «Την ημέρα που θα ανοίξεις το στόμα σου και θα κατηγορήσεις να θεωρείς νεκρό τον εαυτό σου. Την ημέρα εκείνη και όλα τα έργα σου είναι μάταια και, αν σου φαίνεται ότι το κάνεις για να οικονομήσεις ψυχές, πώς μπορείς να διορθώσεις το σπίτι του φίλου σου όταν καταστρέφεις το δικό σου;»
• «Την ημέρα που θα λυπηθείς κάποιον άνθρωπο ο οποίος πάσχει ψυχικά και σωματικά να θεωρείς την ημέρα εκείνη ότι έπαθες για τον Χριστό, καθότι ο Χριστός για τους αμαρτωλούς πέθανε και όχι για τους δικαίους. Στ’ αλήθεια, μεγάλη αρετή είναι να λυπάται κάποιος για τους κακούς και να ευεργετεί τους αμαρτωλούς παρά τους δικαίους».
• «Γίνε φίλος καλύτερα με φονιά παρά με φιλόνικο».
• «Μην ελέγχεις κανέναν ούτε τους πολύ κακούς. Άπλωσε το ρούχο σου και σκέπασε αυτόν που φταίει και μην τον ντροπιάζεις. Να αποφεύγουμε να μαθαίνουμε τις κακίες των ανθρώπων και να βλέπουμε τους πάντες ως Αγίους» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).
π. Μάξιμου Ἐγκέρ
Διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται στούς ἀνθρώπους ὡς ἕνας Θεός πού ὄχι ἀπλῶς ἀγαπᾶ, ἀλλά πού εἶναι ὁ ἴδιος ἀγάπη (Α΄Ἰωάν.4,8). Ὅπως Αὐτός μᾶς καταλαβαίνει ἀγαπώντας μας, ἔτσι κι ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά Τόν καταλάβουμε παρά ἀγαπώντας Τον καί ἀγαπώντας τόν συνάνθρωπό μας. Ὄχι μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, ἀλλά ὅπως Αὐτός ὁ ἴδιος μᾶς ἔχει ἀγαπήσει. Ὑπάρχει ἀγάπη καί ἀγάπη – καμιά λέξη δέν εἶναι τόσο κοινότυπα χρησιμοποιημένη ὅσο αὐτή.
Ἄς μήν πέφτουμε κι ἐμεῖς στήν παγίδα νά πιστεύουμε πώς ἡ εὐαγγελική ἀγάπη εἶναι ἴδια μέ τήν ἐγωκεντρική, τή συναισθηματική καί κατακτητική ἀγάπη μίας ἐμπαθοῦς καρδιᾶς, πού δημιουργεῖ ἐσωτερικούς διχασμούς καί χτίζει τριγύρω της (ναρκισσιστικά) παραπετάσματα, ἐπειδή ἀκριβῶς περιμένει τά πάντα ἀπό τούς ἄλλους. Ὄχι, ἡ εὐαγγελική ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής καί ταπεινή, προέρχεται ἀπό καρδιά ἀπελευθερωμένη ἀπό τήν τυραννία τοῦ ἐγώ, καρδιά πού ἐξαλείφει κάθε διχόνοια, διότι ξέρει νά συγχωρεῖ, νά ἀγκαλιάζει καί νά ἀποδέχεται τόν ἄλλον ὅπως κι ἄν εἶναι, χωρίς νά τόν κρίνει. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη συνίσταται στό νά προσφέρουμε στόν διπλανό τή δύναμη τῆς ζωῆς καί τή χάρη πού ἔχουμε λάβει καί λαμβάνουμε ἀπό τόν Θεό, κυρίως σέ κάθε Εὐχαριστία. Βιώνοντας αὐτή τήν ἀγάπη, βαδίζοντας στά χνάρια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, συνειδητοποιοῦμε μέσα μας τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Τό ἀπολυτίκιο εἶναι τό ἀκόλουθο:
«Εἰς πᾶσαν τήν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου ὡς δεξαμένην τόν λόγον σου∙ δι’ οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τήν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τά τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, πάτερ ὅσιε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος».
Στό ἀπολυτίκιο αὐτό φαίνονται τά μεγάλα χαρίσματα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, πού τόν ἀνέδειξαν ὄντως Μέγα. Ὑπῆρξε ἡγετική προσωπικότητα ὄχι μόνον στήν ἐποχή του, ἀλλά σέ ὅλες τίς ἐποχές.
Ὁ Μέγας Βασίλειος δογμάτισε «Θεοπρεπῶς» γιά τόν Τριαδικό Θεό καί καθόρισε τίς ἀποφάσεις τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τῶν μεταγενεστέρων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἄν καί εἶχε κοιμηθῆ λίγο πρίν τήν συγκρότησή της. Εἶχε ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, καί τήν ἐξέφρασε «Θεοπρεπῶς». Ἔπειτα, διελεύκανε καί διασαφήνισε τήν φύση τῶν ὄντων μέ τήν ἑρμηνεία πού ἔκανε γιά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου, καί ἀκόμη μέ τίς ἠθικές του διδασκαλίες στόλισε τά ἤθη τῶν ἀνθρώπων.
Αὐτό σημαίνει ὅτι διέπρεψε στήν δογματική, τήν κοσμολογία καί τήν ἀνθρωπολογία, γι’ αὐτό ὁ λόγος του ξεχύθηκε σέ ὅλη τήν γῆ, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους πού τόν δέχθηκαν. Ὁ ἴδιος ὑπῆρξε «Βασίλειον ἱεράτευμα», δηλαδή ὑπῆρξε ἀληθινός Ἱερεύς τῆς θείας Χάριτος, καί δίδαξε τόν τρόπο τῆς ἀληθινῆς ἱερουργίας, ἀκόμη καί μέ τίς εὐχές πού συνέταξε στήν θεία Λειτουργία πού φέρει τό ὄνομά του. Ὑπῆρξε οἰκουμενικός διδάσκαλος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μέ θεωρία καί πράξη, μέ λόγο καί ἔργα.
Ἀρχιμ. Βασιλείου, Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων
Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί σημασία ἔχει τό "γενηθήτω τό θέλημά σου", θά εἶναι καλά νά θυμηθοῦμε αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος, γιατί κατέβηκε ἀπ' τόν Οὐρανό: "Ἐγώ καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον". Καί τό ἄλλο πάλι πού λέει, ὅτι "ἡ κρίσις ἡ ἐμή δικαία ἐστί..."· ἡ κρίσις μου εἶναι δίκαιη καί σωστή γιατί "οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός". Καί κάτι ἄλλο: θυμᾶστε πού ὁ Κύριος συναντήθηκε μέ τή Σαμαρείτιδα· ὅταν ἦλθαν οἱ μαθητές, εἶπαν στόν Κύριο: "Ραββί, φάγε"· κι ἐκεῖνος τούς ἀπάντησε, ὅτι "ἐγώ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἥν ἡμεῖς οὔκ οἴδατε...". Ἐγώ ἔχω νά φάω ἕνα φαγητό τό ὁποῖο ἐσεῖς δέν ξέρετε. "Ἐμόν βρῶμα ἐστίν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον".
Αὐτό, λέει, πού ἐμένα μέ τρέφει εἶναι νά ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός. Καί νομίζω ὅτι αὐτό εἶναι τό βασικό πράγμα τό ὁποῖο καθορίζει τή ζωή τοῦ Κυρίου καί τή ζωή τή δική μας. Γι' αὐτό βλέπουμε τόν Κύριο στή συνέχεια, τήν ὥρα τῆς Γεθσημανῆ, δηλ. τήν ὥρα τῆς πραγματικῆς ἀγωνίας - θἄλεγε κανείς τήν ὥρα ἑνός δυνατοῦ σεισμοῦ πού τά πάντα δοκιμάζονται, καί ὁ Κύριος "γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο" - νά λέει "Πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τό ποτήριον παρελθεῖν ἀπ' ἐμοῦ ἐάν μή αὐτό πίω, γενηθήτω τό θέλημά σου" (Ματθ. κστ´ 42). Αὐτό πού μᾶς εἶπε ὁ Κύριος νά λέμε, καί ἐκεῖνος τό εἶπε στή δύσκολη στιγμή καί προχωρεῖ ὁ Κύριος ἤρεμα, ἀλλά παντοκρατορικά πρός τό πάθος ἀκριβῶς γιατί λέγοντας, "ὄχι τό δικό μου θέλημα, ἀλλά τό δικό σου νά γίνει", ἀμέσως στρέφεται ἐσωτερικά, παίρνει ἄλλη δύναμη καί προχωρεῖ.
Δέν θἆταν ἄσχημα νά πᾶμε τώρα γιά μιά στιγμή καί στή δικιά μας ζωή. Ἀγωνιζόμαστε στή ζωή μας, ἀρχίζουμε, ἔχουμε σχέδια, ἔχουμε προγράμματα, προχωρᾶμε καλά, ἀλλά σέ μιά στιγμή μπορεῖ νά περάσουμε δυσκολίες. Νομίζω ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν περάσει τή Γεθσημανῆ του. Καί τήν ὥρα πού τά πάντα καταρρέουν, τότε μόνο τά πάντα ἀνασταίνονται, καί τότε μόνο καταλαβαίνει κανείς αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι τό νά ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός καί ὄχι τό δικό μου, αὐτό εἶναι πού μέ τρέφει. Ἐκείνη τή στιγμή πού τά πάντα καταστρέφονται καί δέν ὑπάρχει καμμιά ἐλπίδα πουθενά καί κανένα φῶς, καί τά πάντα εἶναι σκεπασμένα μέ σκοτάδι, ἄν ὁ ἄνθρωπος πεῖ - Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου, ἀμέσως παίρνει μιά ἄλλη δύναμη, ἀνασταίνεται καί προχωρεῖ παντοκρατορικά καί σεμνά πρός τήν ὁδό, πρός τή διάβαση, πρός τό Πάσχα πού εἶναι ὁ Χριστός, σέ μιά ἐξέλιξη πού δέν σταματᾶ ποτέ. Καί τότε, ἐκ τῶν ὑστέρων, θά εὐχαριστεῖ κανείς τό Θεό ὄχι γιά τίς εὐκολίες, ἀλλά γιά τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς του καί γιά τή Γεθσημανῆ του, ἡ ὁποία τόν ἀνάγκασε, μέσα στήν ἐξάρθρωση τοῦ ἑαυτοῦ του, νά πεῖ τό λογισμό του ἐλεύθερα, νά καταλήξει στό: "Θεέ μου, νά γίνει τό δικό σου θέλημα".
Νομίζω ὅτι αὐτό τό "γενηθήτω τό θέλημά σου" μοιάζει μέ τό "γενηθήτω" τό δημιουργικό (αὐτό πού λέει ὁ Κύριος, "Εἶπε καί ἐγενήθησαν, ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν"), καί μέ τό λειτουργικό γενηθήτω (ὅταν ὁ ἱερεύς ἱερουργεῖ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί παρακαλεῖ τόν Πατέρα νά καταπέμψει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά ποιήσει τόν ἄρτον Σῶμα Χριστοῦ καί τό ἐν τῷ Ποτηρίῳ Αἷμα Χριστοῦ καί λέει τό Ἀμήν, Ἀμήν, Ἀμήν, ὁπότε ἤδη ἔγινε τό μυστήριο. Ὑπάρχει μιά σχέση μεταξύ τοῦ δημιουργικοῦ γενηθήτω καί τοῦ λειτουργικοῦ). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνειδητά πεῖ, Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου καί σέ μένα, μοιάζει καί μέ αὐτό πού εἶπε ἡ Παρθένος στόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ: "γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου"· νά γίνει σέ μένα, στήν ὕπαρξή μου, μέσα μου, κατά τό ρῆμα σου· Θεέ μου, νά γίνει κατά τό θέλημά σου. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται καί παίρνει μιά ἄλλη δύναμη.
Λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ κάπου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ, ὑπακούοντας στό Θεό, νά γίνει Θεός κατά χάριν, καί νά δημιουργήσει ἐκ τοῦ μή ὄντος νέους κόσμους: ὁ ἄνθρωπος γίνεται τελείως νέος, ὁ ἀδύνατος παίρνει ἄλλη δύναμη καί ὁ νεκρός παίρνει νέα ζωή καί προχωρεῖ. Τότε καταλαβαίνει ὅτι, πράγματι, εἶναι τροφή πραγματική τό νά καταλήξει νά πεῖ ἤρεμα, "Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου καί ὄχι τό δικό μου".
Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου
Στην Εκκλησία υπάρχει το μυστήριο της εξομολογήσεως μέσα στο οποίο κανείς ανοίγει την καρδιά του ελεύθερα και αποκαλύπτει τα έλκη της ψυχής του στον Πνευματικό Πατέρα, δια του οποίου εκείνη την ώρα ενεργεί ο Χριστός και έτσι θεραπεύεται, ελευθερώνεται εσωτερικά από διάφορες εσωτερικές καταστάσεις που πονούν πολύ. Ο Πνευματικός Πατέρας λειτουργεί ως ιατρός και όχι ως δικαστής, κυρίως ακούει και παρηγορεί. Συγχρόνως, μέσα στην Εκκλησία μπορεί κανείς να βρη γνήσιους φίλους με ανιδιοτελή αγάπη που μπορεί να εκφράζη τα θέματα που τον απασχολούν.
Εν πάση περιπτώσει η αντιμετώπιση της κατάθλιψης, όταν δεν είναι οργανικής φύσεως που χρειάζεται μια ειδική θεραπεία, αλλά είναι ψυχολογικής φύσεως αντιμετωπίζεται με την ενεργητικότητα στην ζωή, με την εύρεση πραγματικών φίλων που να τους εμπιστεύεται κανείς με το να υπάρχη ειλικρίνεια με τον ίδιο τον εαυτό του.
Και κάτι σημαντικό. Οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής μας είναι μανιοκαταθλιπτικοί, βασανίζουν χωρίς λόγο τον εαυτό τους, τον αυτομαστιγώνουν. Τουλάχιστον πρέπει να τον λυπούνται!
Χωρεπισκόπου Ἀμαθοῦντος Νικολάου
Δέν ὑπάρχει ἄλλο πρόσωπο μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας, πού νά ἔχει ὑμνηθεῖ τόσο καί νά ἔχει ἐκφραστεῖ τό μεγαλεῖο, ἡ ἁγιότητα καί ἡ ζωή του ἀπό τούς πατέρες τῆς ἐκκλησίας μας, ὅσο αὐτό τῆς Παναγίας μας.
Ἡ Παναγία, ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ μέ τήν ταπείνωσή της, τή σωματική καί ψυχική καθαρότητά της καί τήν ὑπακοή της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ γίνεται ἡ Πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν καί ἡ Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου, ὅπως τήν ἁγιογραφοῦμε στήν ἁψίδα τοῦ ἱεροῦ βήματος, ὅπου χώρεσε μέσα της τόν ἀχώρητο καί παντοκράτορα Θεό. Ἡ Παναγία μας ἔγινε συνεργός τοῦ Θεοῦ εἰς τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Δέν ἔφερε στόν κόσμο ἕνα μεγάλο ἄνδρα, πού μέ τίς φιλοσοφίες καί τίς ἰδεολογίες του ἀγωνίστηκε γιά κοινωνική δικαιοσύνη καί ἀγάπη, ὅπως κάποιοι θεωροῦν τόν Χριστό, ἀλλά ἔφερε στόν κόσμο τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μέ τόν λόγο του, προπάντων ὅμως μέ τό πάθος, τόν σταυρό καί τήν ἀνάστασή του ἔσωσε τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο.
Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ γυναίκα ἡ ὁποία, φέρνοντας στόν κόσμο τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ ἐξύψωσε τό γυναικεῖο φύλο καί ἡ γυναίκα ἀναγνωρίζεται πλέον ὡς ἰσότιμη μέ τόν ἄνδρα, παραμερίζοντας ὁποιεσδήποτε ὑποτιμητικές, ἀκόμη καί ἐξευτελιστικές ἀντιμετωπίσεις πρός τό πρόσωπο τῆς γυναίκας. Ἡ γυναίκα ἀπό σκεῦος ἡδονῆς, ὑποταγῆς καί δουλείας, στό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου παίρνει τήν ἁρμόζουσα τιμή, ἀναγνωριζόμενη ὡς πρόσωπο, κατ’ εἴκονα Θεοῦ δημιουργημένη, ὅπως ὁ ἄνδρας, καί ἔτσι καί αὐτή ἔχει τό δικαίωμα καί τή δυνατότητα νά ζήσει μέ ἀξιοπρέπεια καί ἐλευθερία ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας στή νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Ἡ Παναγία, ὡς μήτηρ Θεοῦ, ὅπως ἀπαραίτητα σημειώνουμε σέ κάθε ἁγία της εἰκόνα μέ τά ἀρχικά «ΜΗΡ-ΘΥ», μέ τήν κοίμησή της δέν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, (σύμφωνα μέ τήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας) ἀλλά παριστάμενη στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ μεσιτεύει καί δέεται ἐκτενῶς (συνεχῶς) πρός τόν Υἱό της γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ καταφυγή, ἡ παραμυθία, ἡ ἐλπίδα, τό στήριγμα καί ἡ βοήθεια τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Στίς δυσκολίες καί στά προβλήματά μας τήν καλοῦμε ἀμέσως σέ βοήθεια καί αὐτή, ὡς Γοργοεπήκοος, σπεύδει νά προσφέρει τή μητρική ἀγάπη καί βοήθειά της.
Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καὶ Ὠρωποῦ Κύριλλου
Στὸ κατώφλι τῆς πύλης τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς στεκόμαστε σήμερα συνειδητοποιώντας τὴν ρηχὴ πορεία τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καὶ ὡς ἐκ τούτου τὴν ἀνάγκη«τὴν πάνσεπτον ἐγκράτειαν ἐναρξώμεθα φαιδρῶς, ἀκτῖνας ἀπολάμποντες τῶν ἁγίων ἐντολῶν Χριστοῦ…ὅπως λαμπροφόροι προφθάσωμεν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ τριήμερον Ἀνάστασιν».
Ἔστω καὶ ἂν αὐτὴ ἡ νηστεία ξεκίνησε μέσα στὴν ἱστορία ὡς μιὰ ἐντατικὴ προετοιμασία τῶν κατηχουμένων ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λάβουν τὸ μυστήριο τοῦ «Φωτισμοῦ», τοῦ Βαπτίσματος, τὴν νύχτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου (ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὶς ἀναφορὲς τῶν προηγιασμένων λειτουργιῶν,«οἱ πιστοὶ ὑπὲρ τῶν κατηχούμενων δεηθῶμεν»,«οἱ πιστοὶ ὑπὲρ τῶν πρὸς τὸ ἅγιον φώτισμα εὐτρεπιζόμενων ἀδελφῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν»)σταδιακὰ περιέλαβε ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἔφθασε ὡς τὶς μέρες μας νὰ εἶναι ἡ ἱερωτέρα καὶ πιὸ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ λειτουργικοῦ μας χρόνου χωρὶς νὰ χάσει τὸ ἀρχικό της νόημα καὶ σκοπό.
Εἶναι ἡ Τεσσαρακοστή, λοιπόν,μία ἐπιστροφὴ σὲ αὐτὰ ποὺ παραμελήσαμε, χάσαμε, ἴσως ἀκόμη καὶ προδώσαμε ἀπὸ τὸ Βάπτισμά μας. Γι’ αὐτό ἔγινε μία ἀκατάπαυστη κλήση γιὰ μετάνοια. Μία συντριβὴ γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ ἀποξενώνεται ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὸν Χριστό. Εἶναι δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Γολγοθᾶ καὶ τὸν Κενὸ Τάφο. Καὶ τότε ἀνακαλύπτουμε ξανὰ «τὶς βιβλικές μας ρίζες». Δημιουργία καὶ πτώση, μετάνοια καὶ λύτρωση ἀδυναμίες καὶ ἀρετὲς ἀλληλοπεριχωροῦνται καὶ συμπλέκονται μέσα μας σὲ μιὰ σκληρὴ καὶ διαρκῆ πάλη, γιὰ νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ τὸν ἀποπνικτικὸ κλοιὸ τῆς ἁμαρτίας.
Βέβαια σὲ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα διαπιστώνουμε ὅτι τὰ ἀνθρώπινα πάθη εἶναι ἀμέτρητα, γιατί ἀμέτρητες εἶναι καὶ οἱ ἐνέργειες τῶν δαιμόνων ποὺ τὰ γεννοῦν. Φιλαυτία, ὑπερηφάνεια, φιλαργυρία μνησικακία, φιλοδοξία, κατάκριση, φιληδονία, ζήλεια εἶναι λίγα ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ μᾶς πολιορκοῦν κάθε στιγμὴ καὶ λεπτό. Εἶναι αὐτά ποὺ μᾶς παγιδεύουν σὲ ἀναρίθμητους πειρασμοὺς καὶ μᾶς ἐκθέτουν σὲ θανάσιμους πνευματικοὺς κινδύνους.
Νὰ γιατί«βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου καὶ παθῶν … μὴ οὖν ἁμαρτάνουσα τὴν νηστείαν ἀχρειώσῃς» ἐπισημαίνει καὶ προειδοποιεῖ ὁ ὑμνογράφος. Ὅμως, ὅσες καὶ ἂν εἶναι οἱ ἀποτυχίες καὶ οἱ ἀστοχίες μας, ἂς μὴν ἀπογοητευθοῦμε·ὅσα καὶ ἂν εἶναι τὰ ἀσκητικά μας κατορθώματα καὶ οἱ «πνευματικές μας ἐπιτυχίες», ἂς μὴν ὑπερηφανευθοῦμε. Μόνο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ στὶς δύο περιπτώσεις δικαιώνει τὸν ἀγῶνα μας, ἀλλιῶς δὲν μποροῦμε νὰ σταθοῦμε μπροστά Του.
Ἡ ἐπίμονη, λοιπόν, ἐπίκληση τοῦ ἐλέους καὶ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πάντοτε, πολλῷ δὲ μᾶλλον αὐτὲς τὶς ἡμέρες, ἂς γίνει ἡ ἀναπνοὴ τῆς προσευχῆς μας, ὥστε νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς σκεπάζει καί νὰ σῴζει ἐμᾶς καὶ τὸν κόσμο μας. Ἀμήν.
Αρχιμ. Σπυρίδωνος,
Ηγουμένου Ι. Μ. Θεοτόκου Κεχαριτωμένης Τροιζήνας
Η αληθινή θεραπεία ενός ασθενούς δεν εξαρτάται μόνο από τα φαρμακευτικά σκευάσματα, αλλά κυρίως και πρωτίστως από το μυστήριο της εξομολογήσεως και της κατά Χριστόν συμπεριφοράς, δηλ. υπομονή, προσευχή, συμμετοχή στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Φυσικά δεν απορρίπτει ο πιστός την ιατρική βοήθεια. Απεναντίας, την δέχεται ως δώρο Θεού χωρίς να την θεοποιεί.
Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης & Αλμωπίας Ιωήλ
‹‹Ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν››
Η παραβολή του ασώτου, που διαβάζεται σήμερα στις Εκκλησίες, χαρακτηρίζεται από τους ερμηνευτές ως ένα μαργαριτάρι ανάμεσα στις παραβολές η ως Ευαγγέλιο ανάμεσα στο Ευαγγέλιο. Μερικοί την ονομάζουν παραβολή του πρεσβύτερου (μεγαλύτερου) υιού. Πράγματι, χαρακτηριστική είναι η στάση του πρεσβύτερου υιού, όταν ήλθε στο σπίτι και πληροφορήθηκε την επιστροφή του νεότερου αδελφού του.Δεν ήθελε να μπεί και κατηγορούσε τον πατέρα του ότι τάχα τον αδικεί. Η κατηγορία εστιαζόταν στο ότι αυτός δούλευε νύχτα και ημέρα και δεν αμειβόταν επαρκώς, σε αντίθεση με τον άσωτο υιό που έφαγε το βίο του μετά πορνών, και στο τέλος, όταν γύρισε, έτυχε και καλής υποδοχής. Ας δούμε τον πρεσβύτερο υιό της παραβολής.
Ποιος είναι ο πρεσβύτερος υιός;
Οι περισσότεροι ερμηνευτές λέγουν πως ο μεγαλύτερος υιός ήσαν οι Φαρισαίοι. Επειδή οι τελώνες κι οι αμαρτωλοί πλησίαζαν τον Χριστό και Τον άκουγαν, και προφανώς μερικοί μετανοούσαν, αυτό δεν άρεσε στους Φαρισαίους. ‹‹Διεγόγγυζον οι τε Φαρισαίοι και οι γραμματείς λέγοντας ότι ούτος αμαρτωλούς προσδέχεται και συνεσθίει αυτοίς›› (Λουκ.15,2). Η κατηγορία αυτή εναντίον του Χριστού ήταν μόνιμη και διαρκής, γι’ αυτό και ο Χριστός με τέτοιου είδους παραβολές, όπως του χαμένου προβάτου και της χαμένης δραχμής, προσπάθησε να τους αλλάξει την αντίληψη. Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει πως ‹‹πάντα εστίν φορητά διά την σωτηρία του αδελφού››, δηλ. όλα είναι επιτρεπτά για τη σωτηρία του αδελφού μας. Τόσο περισπούδαστη είναι η ψυχή κάθε ανθρώπου απέναντι στο Θεό, ώστε να θυσιάσει και τον Υιό Του, το μόσχο το σιτευτό, για τη σωτηρία μας.
Μία άλλη ερμηνεία του πρεσβύτερου είναι και η ακόλουθη. Ο υιός αυτός συμβολίζει τους Αγίους της Εκκλησίας μας. Οι Άγιοι αυτοί, που βάσταξαν το βάρος και τον καύσωνα της ημέρας και που δούλεψαν στον αμπελώνα του Κυρίου απ’ την πρώτη ώρα, αυτοί που υπάκουσαν στις εντολές του Θεού, απαιτούν να εφαρμοσθεί δικαιοσύνη. Να αμείψει ο Θεός τους ευσεβείς η να καταδικάσει τους ασεβείς. Οι Άγιοι μένουν κατάπληκτοι μπρός στη μεγάλη ευσπλαχνία του Θεού, ο οποίος συγχωρεί αμέσως αυτούς που επιστρέφουν μετανοώντας σ’ Αυτόν. Μάλιστα τους δίνει τα ίδια δώρα που χαρίζει και στους Αγίους. Σαν να διαμαρτύρονται οι Άγιοι (παραβολικά βέβαια όλα αυτά κι όχι πραγματικά), που ο Θεός δείχνει μία ‹‹σκανδαλιστική›› συμπεριφορά ελέους και ευσπλαχνίας στους αμαρτωλούς. Αποδεικνύεται έτσι πως η δικαιοσύνη των ανθρώπων είναι διαφορετική από τη δικαιοσύνη του Θεού.
Μία παρανόηση των ευσεβών ανθρώπων
Πολλές φορές οι άνθρωποι που εργάζονται πνευματικά μέσα στην Εκκλησία, αισθάνονται μία υπεροχή απέναντι στους αμαρτωλούς και δεν μπορούν να παραδεχθούν πως μπορεί κι οι αμαρτωλοί να μετανοήσουν και να αλλάξουν ζωή και στο τέλος να σωθούν. Νομίζουν πως έχουν περισσότερα δικαιώματα από τους αμαρτωλούς απέναντι στο Θεό. Έχουν, λένε, κάνει καλά έργα και δεν πρόδωσαν ποτέ την εμπιστοσύνη τους στο Θεό. Όμως έρχεται ο Κύριος και τονίζει πως η μετάνοια είναι πιο σπουδαία εργασία από τα νομιζόμενα καλά μας έργα. Η σωτηρία του ανθρώπου, λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, είναι χάρισμα του Θεού στον άνθρωπο και δεν είναι αποτέλεσμα πολλών η λίγων καλών πράξεων.
Άλλα τα μέτρα του ανθρώπου, που κρίνει και καταδικάζει σύμφωνα με αυτά που βλέπει, και άλλα τα μέτρα του Θεού. Σύμφωνα με τα ανθρώπινα κριτήρια ο ληστής ή η πόρνη ή ο τελώνης ή και πολλοί άνθρωποι δεν πρέπει να σωθούν. Ο Θεός όμως με την απέραντη αγάπη Του και με το μέτρο της δικαιοσύνης Του τους σώζει. Ο αββάς Ισαάκ έλεγε: ‹‹Μπορεί ο θεός να ονομάζεται δίκαιος, αλλά περισσότερο είναι χρηστός και αγαθός››. Από μας ζητάει να Του δώσουμε τον εαυτό μας. Να Του δώσουμε όλην την πνευματική ικμάδα και ζωντάνια μας. Ένας αναστεναγμός έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, όταν προέρχεται από το βάθος της καρδιάς μας, παρά ένα δοχείο συναισθηματικά δάκρυα, έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος. Ας πλησιάσουμε τον Θεό με ταπείνωση και με διάθεση συντριβής του εγωισμού μας, για να σωθούμε.