Ἡ γνώση ἄλλων θεμάτων πού ἀφοροῦν τόν ἄνθρωπο,
ἐκτός θεολογικῶν-πνευματικῶν, δέν εἶναι λιγότερο πνευματική.
Ἡ ἀπομόνωση ἀπό τό ὅλο στερεῖ
ἀπό τήν ὁλοκληρωμένη γνώση κι ἄρα εἶναι ἐλλιπής.
Ὅ,τι ἀφορᾶ τόν ἄνθρωπο εἶναι πνευματικό.
Ἡ ἐκκλησία τό ἀγκαλιάζει καί τοῦ δίνει προοπτική αἰωνιότητας.
π. Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους
Σχόλιο στό Ευαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Ζ΄ Ματθαίου
Ἡ κραυγή τῶν δύο τυφλῶν πρός τόν Ἰησοῦ, γιά νά τούς θεραπεύσει, φανερώνει τό σταυρό πού κουβαλοῦσαν. Ζητοῦσαν το φῶς!
Τό ἐρώτημα τοῦ Ἰησοῦ «πιστεύετε ὅτι μπορῶ νά τό κάνω αὐτό;» καί ἡ διαβεβαίωσή τους «ναί, Κύριε» καταλήγει στό «κατά τήν πίστιν ὑμῶν, γεννηθήτω ὑμῖν».
Ἡ πίστη δέν εἶναι αὐθυποβολή. Εἶναι ἐμπιστοσύνη στή θέληση τοῦ Θεοῦ, στήν ἐπιθυμία Του, νά κάνει αὐτό πού τοῦ ζητοῦμε ἤ νά μήν τό κάνει γιά λόγους πού Ἐκεῖνος ξέρει.
Δέν εἶναι πίστη μία σχέση «δοῦναι καί λαβεῖν» οὔτε σημαίνει ὅτι ἄν ἔχουμε πίστη θά ἔχουμε κοντά Του τά πάντα. Ἡ ἀντίληψη ὅτι τά καλά παιδιά τοῦ Θεοῦ ἔχουν ὅλα τά καλά, πού ἀνατρέπονται ὅταν θά ἁμαρτήσουν καί θά ξεπέσουν ἀπό τήν εὔνοιά Του, προέρχεται ἀπό τούς αἱρετικούς Προτεστάντες.
Ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή, στιχῶντας στήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων Πατέρων καί ἁγίων Μητέρων, μιλᾶ γιά δοκιμασίες τῶν ἐκλεκτῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ «οὔ τις τυχοῦσες», πού τούς ἀναδεικνύουν δοχεῖα τῆς Χάριτος.
Τό «οὐδείς ἀνῆλθε στόν οὐρανό μετ’ ἀνέσεως» εἶναι ἀλήθεια, ἀλλά ἡ ἐπιδίωξη τοῦ σταυροῦ ὡς μέσου ἁγιασμοῦ, ἀπορρίφτηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία γιατί κρύβει ἔπαρση. Ποιός βεβαιώνει σίγουρη ἀποδοχή του ἕως τέλους, μέ εὐχαριστιακή, μάλιστα, διάθεση;
Ἡ ὑπακοή στά γεγονότα πού ἔρχονται χωρίς νά θέλουμε καί δέν μποροῦμε ν’ ἀλλάξουμε, δείχνει ταπείνωση. Τότε, ἀναδεικνύεται ἡ εὐλογία τους καί ἀποκαλύπτεται ἡ «χαρά διά τοῦ σταυροῦ».
Χρειάζεται ἡ ὑπομονή καί ἡ πίστη γιά νά καταλάβουμε τό λόγο τῆς δοκιμασίας καί νά γευτοῦμε τούς καρπούς της.
«Γιά νά ἐκτιμήσουμε τό μέγεθος τοῦ φωτός
Πρέπει στόν ἄλλο δίσκο τῆς ζυγαριᾶς νά βάλουμε
Τήν ἴδια ποσότητα τοῦ σκότους»,
κατά τό Θεοδόση Νικολάου.*
*Εἰκόνες, Κύπρος 1988, σ. 19