Ὅπως ἡ ἔκθεση τῶν «ἀποκρύφων τοῦ σώματος» σέ ὁποιονδήποτε,
θεωρεῖται πορνεία,
κατά παρόμοιον τρόπο, καί τήν ἔκθεση τῶν μυστηρίων τῆς πίστης μας
σ’ ἀνθρώπους πού δέν συγκινοῦνται μ’ αὐτά,
τή θεωρῶ πνευματική πορνεία.
Συγχωρέστε μου τόν παραλληλισμό...
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Ρώτησαν κάποιο Γέροντα:
Κι εκείνος αποκρίθηκε:
Είναι διάχυτη στα Πατερικά κείμενα η διδασκαλία για τη μνήμη του θανάτου. Ο θάνατος, ως πραγματικότητα της ζωής, μας φέρνει στην αίσθηση της α-πραξίας αλλά και στην απορία τής μετά τον τάφο ζωής. Τα ερωτήματα αν υπάρχει και πώς είναι η άλλη ζωή, φαίνεται πως οι ανθρώπινες δυνατότητες αδυνατούν ν’ απαντήσουν με σιγουριά.
Η μνήμη του θανάτου μπορεί να προκαλεί απόγνωση για το τέλος της ύπαρξής μας. Στους Πατέρες, όμως, γίνεται κίνητρο για εγρήγορση και μέσο για βίωση του δώρου της ζωής, που μεταποιείται σ’ ευχαριστία προς το Δωροδότη και φιλότιμο για να τηρήσουν τις εντολές Του.
Ασφαλώς, οι περισσότεροι άνθρωποι όχι μόνο δεν έχουν μνήμη θανάτου αλλά ούτε θέλουν να τον σκέφτονται. Γιατί άραγε; Είναι, άραγε, η προσκόλληση στον αισθητό κόσμο, με τα πολλά θετικά του, και η απόλαυση των εφήμερων ή υπάρχει βαθύτερος λόγος;
Ο άνθρωπος, πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού, με ψυχή αθάνατη, που συνέχει το φθαρτό και θνητό σώμα, στο βάθος της ύπαρξής του βιώνει την αιωνιότητά του. Γι’ αυτό, ενώ ξέρουμε λογικά ότι όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα, εν τούτοις συνεχίζουμε τις δραστηριότητές μας ως ο θάνατος να αφορά άλλους κι όχι εμάς.
Υπάρχει ένα γνωμικό που λέει «αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δε θα πεθάνεις όταν πεθάνεις»[2]. Μου θύμισε το διάλογο που είχε ένας νέος μοναχός με το Γέροντά του:
Κι εκείνος του αποκρίθηκε:
Έτσι, η μνήμη του θανάτου μπορεί να γίνει τελικά ελευθερία από τις φοβίες, τις δεσμεύσεις, όλα όσα μας στερούν τη χαρά της ζωής. Μπορεί να γίνει τρόπος που θα μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε τη ματαιότητα των εγκοσμίων και να ελαχιστοποιήσουμε το άγχος και τη μέριμνα για τα βιοτικά, να ρυθμίσουμε και ν’ αυξήσουμε τις διαπροσωπικές σχέσεις, να βρούμε την «εντός ημών Βασιλεία».
Τότε, κανένας φόβος, καμιά ανασφάλεια και κανένας άνθρωπος δεν θα μπορέσει να διασαλεύσει την ειρήνη της καρδίας μας, αφού δια της προσευχής και των μυστηρίων θα ενωθούμε υπαρξιακά με το νικητή του θανάτου.
[1] Π.Β. Πάσχου, Το έαρ της Ερήμου. Εκδ. Ακρίτας, 1985, σ.168.
[2] Ι. Μονή Σταυροβουνίου, σε κάδρο στον τοίχο.
[3] Π.Β. Πάσχου, Το έαρ της ερήμου, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1985, σ. 168.