Γερόντισσας Μαριάμ,

Καθηγουμένης τῆς Ἱ. Μονῆς Παναγίας Κουτσουριωτίσσης

Ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ προσδιοριστεῖ, διότι εἶναι ἕνα πνευματικὸ γεγονός. Εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὅ,τι σχετίζεται μὲ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τὸ προσεγγίσει κανεὶς οὔτε νὰ τὸ προσδιορίσει. Ἡ προσευχὴ εἶναι ἀνυψωση τοῦ νοῦ στὸν Θεό, ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, τὸ κλειδὶ τοῦ παραδείσου, συγχώρεση ἁμαρτιῶν, ἡ μητέρα τῶν ἀρετῶν.

Εἶναι τὸ ὅπλο τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι σὲ κάθε δυσκολία, σὲ κάθε θλίψη.

Δὲν πρόκειται γιὰ ἁπλὸ θρησκευτικὸ καθῆκον. Εἶναι ὁλοκληρωτικὴ προσφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ ὡς τέτοια ἑλκύει τὴν θεία Χάρη, ἡ ὁποία μὲ τὴν σειρά της δίνει φῶς στὴν καρδιά, μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο, τὸν χριστροποιεῖ.

Ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ ἀναπνοὴ τῆς ψυχῆς. Χωρὶς ψυχή, εἶναι νεκρὸ τὸ σῶμα, χωρὶς προσευχὴ νεκρώνεται ἡ ψυχή. Οὐσία κάθε προσευχῆς εἶναι ὁ διάλογος μὲ τὸν Θεό. Γιὰ νὰ εἶναι σωστὸς αὐτὸς ὁ διάλογος, εἶναι ἀπαραίτητες κάποιες προϋποθέσεις. Ἔτσι ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ γίνεται μὲ πλήρη ἀφοσίωση τοῦ νοῦ στὸν Θεό. Ἄν ὑπεισέλθουν ἄλλοι παράγοντες, ὅπως ἡ ἐπίδειξη καὶ ἡ διάσπαση, τότε γίνεται ὑποκριτική. Ὁ Κύριος στὸ πρόσωπο τοῦ Φαρισαίου στὴν γνωστὴ παραβολὴ κατέκρινε αὐτὴ τὴν προσευχή. Ἡ προσήλωση τοῦ νοῦ στὴν διάρκεια τῆς προσευχῆς ἑνοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο.

Ἄλλη προϋπόθεση εἶναι ἡ ἡσυχία καὶ ἡ σιωπή. Τὸ ταμιεῖον, ὅπως εἶπε ὁ Κύριός μας. Καὶ δὲν ἐννοοῦσε ἀπαραίτητα ἕναν συγκεκριμένο χῶρο, ἀλλὰ τὴν ἡσυχία τοῦ νοῦ, τὴν προσήλωσή του στὴν προσευχή, ἀσχέτως τῶν ἐξωτερικῶν συνθηκῶν. Ἔτσι μὲ τὴν προσευχὴ ἡ ψυχὴ στρέφεται στὸ Θεό.

Ἐπίσης ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι ἀδιάλειπτη. Ἀδιάλειπτη προσευχὴ σημαίνει συνεχὴς μνήμη Θεοῦ. Εἶναι τρόπος ζωῆς γιὰ κάθε πιστό. Δὲν εἶναι ὅμως καὶ πολυλογία. Τὰ λίγα, ἀλλὰ δυνατὰ λόγια, ὅταν ἡ προσευχὴ εἶναι ἐσωτερικὴ καὶ «σεισμική», ἔχουν πολλὴ δύναμη. Ἡ προσευχὴ δὲν ἔχει ὥρα οὔτε ὅρια. Ἀπαιτεῖ ποιότητα καὶ ὄχι ποσότητα.

Ἡ μυστικὀτητα καὶ τὸ ἀθόρυβο εἶναι ἐπίσης βασικὰ χαρακτηριστικά τῆς ἀληθινῆς προσευχῆς. Νὰ διαλέγεται κανεὶς μὲ τὸν Θεό, προϋποθέτει τὴν ἐν κρυπτῷ κοινωνία μαζί Του. Ταυτόχρονα χρειάζεται πίστη, συστατικὸ στοιχεῖο τοῦ διαλόγου μὲ τὸν Θεό, ὅτι ὁ Θεὸς ἀκούει καὶ εἰσακούει τὴν προσευχή μας.

Ὅσον ἀφορᾶ στὰ ὀφέλη τῆς προσευχῆς, ὅταν ἡ προσευχὴ εἶναι καρδιακή, ἀποκτοῦμε ὅλα τὰ ἀγαθά: πίστη, φιλαδελφία, ἐλπίδα, ὑπομονή, συγχώρεση ἀπὸ καρδιᾶς τῶν σφλμάτων τοῦ πλησίον, ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὅλα ὅσα ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος.

Ὠφέλεια ἀπὸ τὴν προσευχὴ ἔχουν καὶ οἱ κεκοιμημένοι. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας θέσπισε τὰ μνημόσυνα, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ γίνονται στὴ θεία Λειτουργία.

Ἡ προσευχὴ γίνεται τεῖχος τῶν πιστῶν, ὅπλο ἀκατανίκητο. Ὁ προσευχόμενος μὲ ἀφοσίωση εἶναι ὁ πλουσιώτερος τοῦ κόσμου. Τίποτε δὲν εἶναι δυνατώτερο ἀπὸ μία γνήσια προσευχή.

Ὁ Θεὸς δὲν κουράζεται νὰ μᾶς ἀκούει. Θέλει νὰ τοῦ μιλᾶμε. Κι ἄν ἀργεῖ νὰ ἀπαντήσει, νὰ μὴ χάνουμε τὴν ὑπομονή μας. Πολλὲς φορὲς δὲν μᾶς δίνει κάτι γιὰ νὰ μᾶς ἀσκήσει στὴν ἐπιμονὴ καὶ νὰ μᾶς κρατάει κοντά Του.

Καρποὶ τῆς προσευχῆς, ὅταν γίνεται σωστά, εἶναι ἡ φιλοστοργία καὶ ἡ συμπάθεια, ἡ καλλιέργεια τῆς πίστης, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἐλπίδας, ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό.

Ἡ ἀποτελεσματικότητα τῆς προσευχῆς ἐξαρτᾶται: 1. ἀπὸ τὸ ἄν εἴμαστε ἄξιοι, 2. ἄν προσευχόμαστε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, 3. ἄν προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα, 4. ἄν γιὰ ὅλα καταφεύγουμε στὸν Θεὸ καὶ δὲν προσευχόμαστε περιστασιακά καὶ 5. ἄν ζητᾶμε τὰ ὠφέλιμα γιὰ τὴν ψυχή μας.

Ἡ άσέβεια καὶ ἡ ἀμετανοησία καταστρέφουν τὴν προσευχή μας.

Τέλος, ὁ Θεὸς θέλει νὰ προσευχόμαστε οἱ ἴδιοι καὶ νὰ μὴ βάζουμε μεσολαβητές. Ἐπίσης ὁ Κύριος τοποθετεῖ τὸ θέμα τῆς ἀληθινῆς λατρείας στὸν τρόπο καὶ ὄχι στὸν τόπο.

Ἡ προσευχὴ εἰσακούεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι δίκαιος, ἐνάρετος, ἐλεήμων, φιλάνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν διαπράττει ἁμαρτίες καὶ δὲν μετανοεῖ, δὲν τολμᾶ νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν Κύριο.

Τὰ χέρια πρέπει νὰ εἶναι καθαρὰ γιὰ νὰ τὰ σηκώσεις καὶ νὰ ζητήσεις τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

 

Subscribe to Email