Γιώργου Κυπριανοῦ

Πόσοι λόγοι πέφτουν στήν ἀντίληψή μας καθημερινά καί περνοῦν τόσο ἀδιάφορα; Λόγοι οἱ ὁποῖοι θά μποροῦσαν νά ἀποτελέσουν θέματα ὁλόκληρων συζητήσεων, ἀφορμές γιά ἔντονες ἀντιπαραθέσεις ἤ συγκλίσεις, ἐμπνεύσεις γιά καλλιτεχνική δημιουργία. Λόγοι οἱ ὁποῖοι περνοῦν ἀδιάφορα, ἔστω κι ἄν ὑπῆρξαν προϊόν μακρᾶς βασάνου σκέψεως, ἀπόσταγμα ἐμπειρίας, στεναγμός καί καημός ζωῆς. Λόγοι οἱ ὁποῖοι κάποτε νά εἶχαν βάρος καί ὑπόσταση, νά ἀφοροῦσαν καταστάσεις πραγματικές ἔμπονες καί οὐσιαστικές, νά περνοῦν τόσο μά τόσο ἀδιάφορα καί ἀνυποψίαστα, χωρίς τήν ἀπαραίτητη προσοχή, πόσο μᾶλλον σεβασμό καί ἐκτίμηση.

Εἶναι καί ἕνα ἄλλο ζήτημα, τό πόσο φτήνυνε σήμερα ἡ ἀξία τῶν λόγων. Ὅλα τά λόγια ἔγιναν πτερόεντα, λόγια τοῦ ἀέρα, ἄνευ λόγου καί αἰτίας λόγια, λόγια πού σήμερα ὑπερπλεόνασαν μαζί μέ τά τόσα ἄλλα ἐρεθίσματα, τά ὁποῖα δέχεται ὁ ἄνθρωπος σωρηδόν καί μαζικά πανταχόθεν καί ἀδιαλείπτως. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔχει κουραστεῖ νά ἀκούει, νά μιλᾶ καί νά σκέφτεται καί ἁπλά νά δέχεται παθητικά τόν βομβαρδισμό καί νά ἀντιδρᾶ τανάπαλιν παθητικά καί νευρικά.

Λόγια, λόγια, λόγια. Λέξεις, φράσεις, ἀστεῖα, ἀτάκες, εἰδήσεις, σχόλια, γνωματεύσεις, ἀπόψεις, δημοσιεύσεις, ἐκδόσεις, διαφημίσεις, κούς κούς καί κουβέντες τοῦ καφενέ, διαλέξεις, ὁμιλίες, παρουσιάσεις, βιβλία ἐπιστημονικά καί ἁπλοϊκά, ἔντυπα καί ἠλεκτρονικά, ψηφιακά καί σέ χαρτί, πρόχειρο ἤ πολυτελείας, μίας χρήσης ἤ γιά νά στολίζει τήν βιβλιοθήκη, ὅλων τῶν εἰδῶν λόγια δύσπεπτα καί πλεονάζοντα, ὅπως οἱ ἐπιπλέον θερμίδες εἰδικά οἱ ψεύτικες τῆς καθημερινῆς μας διατροφῆς. Τή στιγμή μάλιστα πού ἡ παντοδύναμη καί καταλυτική δύναμη καί κυριαρχία τῆς εἰκόνας σάρωσε κάθε ἄλλη αἴσθηση καί νοητική διεργασία.

Μεγάλο ὄντως τό ζήτημα, ὅπως μεγάλος ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελίου ὅτι ἕνας λόγος μπορεῖ νά ἀναστήσει καί νά μεταμορφώσει τή ζωή ἑνός ὁ ἀνθρώπου. Καί ξέρουμε πολλούς πού ὄχι μόνο ἄλλαξαν τή ζωή τους δίνοντας βάση καί προσοχή σέ ἕνα ἁγιογραφικό χωρίο ἀλλά ἔγιναν μεγάλοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τόν Ἅγιο Ἀντώνιο μέχρι τόν Ἅγιο Λουκᾶ Κριμαίας. Γνωστή καί ἡ διακαής ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων πού ἀγωνίζονταν καί ἀγωνιοῦσαν γιά τή ζωή τους γιά ἕνα λόγο πνευματικό, ἡ ὁποία ἐκφράζεται καί συμπυκνώνεται στό γνωστό γεροντικό λόγιο, «Γέροντα, εἰπέ μοι λόγον». Καί κάθε λόγος ἦταν μετρημένος, ζυγισμένος στά μέτρα τοῦ ἀκούοντος καί τοῦ λαλοῦντος. Δοκιμαζόταν στήν πράξη καί στήν ἐφαρμογή καί ἄν ἄντεχε στόν χρόνο καί στήν πυρά τῆς ζωῆς ἔμενε εἰς τούς αἰῶνες. Ὅσο μικρός καί ἁπλός κι ἄν ἦταν. Ἦταν σμιλεμένος.

Ποιά εἶναι τελικά ἡ αἰτία τοῦ ζητήματος; Μήπως μέσα στή δίνη τόσων λόγων νά χάθηκε καί νά πνίγηκε μαζί τους καί ὁ λόγος περί τῆς ὄντως ζωῆς; Μήπως τελικά ἔχει ἐκλείψει παντελῶς ὁ οὐσιαστικός λόγος; Μήπως ἔχει ἐκλείψει ἡ οὐσιαστική ἀνάγκη γιά λόγο ζωῆς καί μεταμόρφωσης; Μήπως  ἐπιβάλλεται ἡ ἄμεση κατάπαυση τῶν λόγων καί ἡ ἀναζήτηση τῆς καρδιακῆς διαπροσωπικῆς ἐμπειρίας; Μήπως τελικά ἔφτασε καί πάλι ὁ χρόνος τῆς ἀπόλυτης σιωπῆς καί τῆς βύθισης στήν ἔσω καρδίαν, τήν καρδία πού ἀναζητοῦσε ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριτσιανίνωφ, τή σιωπή πού ἀσκοῦσαν οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καί Ἀθανασία; Μήπως ἔφτασε ἡ ὥρα τῶν οὐσιαστικῶν ἔργων καί ὄχι τῶν λόγων περί τῶν ἔργων; Μήπως ἐν τέλει ἐκλείπουν οἱ ἄνθρωποι τῆς σιωπῆς καί τῶν ἔργων, οἱ ἄνθρωποι τοῦ «ἀρκεῖ ὑμᾶς βλέπειν αὐτούς»;     

 
Subscribe to Email