Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Ο άγιος δεν λάμπει εξωτερικά. Όλα τα πλούτη του είναι εσωτερικά, μέσα στην ψυχή του!
Κάποτε, ένας χωρικός ήρθε από μακριά για να δει τον άγιο Σέργιο στο μοναστήρι του. Ζήτησε από τους μοναχούς να δει τον ηγούμενο και αυτοί του είπαν ότι εργαζόταν στους κήπους. Ο χωρικός πήγε στον κήπο και εκεί αντίκρισε έναν άνθρωπο ρακένδυτο να σκάβει, όπως κάθε άλλος χωρικός θα έσκαβε ένα χωράφι. Δυσαρεστημένος τότε, επέστρεψε στο μοναστήρι, σκεπτόμενος ότι οι μοναχοί τον κορόιδεψαν.
Για να ξεκαθαρίσει τα πράγματα, ζήτησε ξανά να δει τον περίφημο άγιο πατέρα Σέργιο. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Σέργιος επέστρεφε στο μοναστήρι· Καλοδέχτηκε τον χωρικό προσφέροντάς του φαγητό και υπηρετώντάς τον αυτοπροσώπως στην τράπεζα. Ο άγιος έβλεπε μέσα στην καρδιά του επισκέπτη του και γνώριζε την όχι καλή γνώμη που εκείνος είχε γι’ αυτόν. Τον παρηγόρησε μάλιστα, υποσχόμενος ότι εντός ολίγου θα έβλεπε τον Σέργιο.
Εκείνη την ώρα κατέφθασαν στο μοναστήρι ένας πρίγκιπας και οι βογιάροι του (ευγενείς). Όλοι μαζί υποκλίθηκαν, έβαλαν μετάνοια στον άγιο Σέργιο και ζήτησαν την ευλογία του. Πήγαν τότε οι μοναχοί και μετακίνησαν το χωρικό από το κελί που του είχαν παραχωρήσει, για να φιλοξενήσουν τους νέους επισκέπτες. Έκπληκτος εκείνος, απόμεινε να τους κοιτάζει από απόσταση, συνειδητοποιώντας ότι εκείνος στον οποίο ζητούσε να δει ήταν εκεί δίπλα του όλη την ώρα! Ο χωρικός μέμφθηκε τον εαυτό του για την άγνοια του και αισθάνθηκε μεγάλη ντροπή. Μόλις έφυγε ο πρίγκιπας, πλησίασε γρήγορα τον άγιο, έπεσε στα πόδια του και άρχισε να ικετεύει για τη συγχώρεσή του. Ο μεγάλος άγιος τον ασπάστηκε και του είπε: «μη θρηνείς παιδί μου γιατί εσύ είσαι ο μόνος που γνώριζε την αλήθεια για μένα, θεωρώντάς με ένα τίποτα, ενώ οι άλλοι εξαπατήθηκαν νομίζοντας πως είμαι κάτι σπουδαίο!».