Γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα
Ήρθε κάποτε να με δει μια νεαρή γυναίκα. Είχε πτυχίο στις πολιτικές επιστήμες, αλλά ήταν πολύ ευσεβής παρά την παιδεία της. Ήταν παντρεμένη με κάποιον που ήταν πριν παντρεμένος με μια άλλη γυναίκα. Ο άντρας της ηταν γιατρός. Η πρώτη του γυναίκα τον είχε αφήσει ένα μόλις μήνα μετά το γάμο τους. Κατόπιν εκείνος είχε παντρευτεί την κοπέλα που ήρθε σε μένα. Ο σύζυγός της επίσης είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό που είχε παντρευτεί τρεις φορές, αλλά όλες του οι γυναίκες τον είχαν εγκαταλείψει κι εκείνος είχε πάψε πια να προσπαθεί να βρει γυναίκα.
Η μητέρα τους ήταν επίσης γιατρός, καθηγήτρια στην ιατρική σχολή, και επιδίδονταν στην σολομωνική. Δεν ζούσε εκείνο τον καιρό με τους γιους της αλλά με την αδελφή της. Κάποιες φορές επισκεπτόταν τους γιους της. Κάποια μέρα ήρθε να επισκεφθεί το γιο της και την καινούργια του σύζυγο και η νεαρή γυναίκα ένιωσε ότι η πεθερά της ήταν για κάποιο λόγο εκνευρισμένη. Δεν άργησε να φανεί γιατί. Η ηλικιωμένη είπε στη νύφη της:
- «Την άλλη την εξαπέστειλα σε λιγότερο από ένα μήνα, αλλά εσένα δεν βλέπω να μπορώ να σε αγγίξω!».
Αυτή η νεαρή γυναίκα είχε στέρεη πίστη στον Κύριο, και δεν μπορούσαν να την πιάσουν όλα εκείνα τα μάγια που της έκανε η πεθερά της. Εκείνη ήθελε ασφαλώς να χρησιμοποιήσει τις πονηρές δυνάμεις προκειμένου να τρομάξει τη νεαρή γυναίκα και να την κάνει να παρατήσει τον σύζυγό της. Ωστόσο, τα πονηρά πνεύματα δεν μπορούσαν να την επηρεάσουν, διότι ήταν γυναίκα της προσευχής. Είχε δοθεί ολότελα στον Κύριο και ήξερε ότι ο Κύριος θα την προστατέψει και ότι τα πονηρά πνεύματα δεν θα έχουν δύναμη πάνω της. Αυτό που συνέβη τελικώς ήταν να στραφούν τα πονηρά πνεύματα ενάντια στην ηλικιωμένη γυναίκα. Δεν μπορούσε να καλυτερεύσει. Πήγαινε στο γιο της και έλεγε:
- «Δεν πιστεύω να το αγαπάς εκείνο το ενοχλητικό σου κουτσούβελο;».
- «Για όνομα του Θεού, μητέρα», απαντούσε ο γιος της, «ποιος πατέρας δεν αγαπά τον γιο του;».
Βλέπετε, προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει τα μάγια της για να κάνει τον γιο της να μισήσει τόσο τη σύζυγό του όσο και το μικρό τους γιο.
Κάποια μέρα, εκείνος γύρισε στο σπίτι με δάκρυα στα μάτια.
- «Δεν αντέχω να είμαι στο διαμέρισμα μας. Ξέρω ότι αυτό οφείλεται στη μητέρα μου, αλλά τι να κάνω;».
Η μητέρα του δεν τον είχε ασφαλώς μεγαλώσει μέσα στην πίστη και έτσι δεν είχε ποτέ του προσευχηθεί στον Θεό, γι’ αυτό και όλα τα μάγια στρέφονταν εναντίον του, ενώ η σύζυγος του παρέμενε ειρηνευμένη. Βλέπετε πόσο ισχυρό πράγμα είναι η προσευχή; Κανένα πονηρό πνεύμα δεν μπορεί να μας αγγίξει, αν η πίστη μας είναι δυνατή⸱ και τα μάγια που μας κάνουν επιστρέφουν πίσω σε εκείνον που προσπαθεί να μας κάνει κακό.