Γιώργου Κυπριανού

Είναι στιγμές που απρόσμενα σε εκπλήσσουν, όταν μαθαίνεις για κάτι που αγνοούσες και ελέγχεσαι για την αδιάφορη περιέργειά σου τόσο καιρό. Όταν έπρεπε να το ‘ξερες και μαζί σου να το ‘ξεραν και πολλοί σοφοί και άσοφοι του κόσμου τούτου. Αναφέρομαι σε ένα ποίημα από το έργο του μεγάλου Οδυσσέα Ελύτη «Άξιον εστίν», το οποίο με συγκλόνισε και με προβλημάτισε.

Καταρχάς, το «Άξιον εστίν» αποτελεί έργο σταθμό στα ελληνικά και διεθνή γράμματα, μια χρυσή περγαμηνή υψίστης αξίας. Ο ποιητής και δημιουργός Ελύτης, μελετώντας εις βάθος αγιογραφική και εκκλησιαστική γραφή και υμνολογία, επιχειρεί κάτι μοναδικό, εξαιρετικά δύσκολο και λογοτεχνικά περιπετειώδες. Συγγράφει, συνθέτει και κεντά ένα ελληνικότατο κόσμημα λογοτεχνίας, πατώντας πάνω στους λογοτεχνικούς τύπους της Αγίας Γραφής και της υμνολογίας.

Η ανάγνωσή μου σταματά στο ποίημα, «Ανοίγω το στόμα μου κι αναγαλλιάζει το πέλαγος». Ο ποιητής εμπνέεται από τον ειρμό της Α΄ Ωδής του Ακαθίστου ύμνου «Ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος» και συνθέτει πάνω στο ίδιο μέτρο, κατά τον τύπο των υπολοίπων τροπαρίων κάθε ωδής, ακόμα πέντε στροφές. Ο Ελύτης συναντά τον μέγιστο υμνογράφο Ιωάννη Δαμασκηνό, και ως άλλος υμνουργός αναπλάθει ποίημα, το οποίο άνετα και κάλλιστα μπορεί να ψαλεί σύμφωνα με την εκκλησιαστική μελοποίηση του πρωτοτύπου. Το δοκιμάζω πάραυτα και μένω εκστατικός από τη σύλληψη του εγχειρήματος του Ελύτη, από τον πλούτο της γραφής του, από τη δυναμική της εκκλησιαστικής υμνωδίας πάνω σε νεοελληνική γραφή.

Αναρωτιέμαι, αν ο άλλος μέγας και πολύς Μίκης Θεοδωράκης το γνώριζε, όταν μελοποιούσε με το δικό του μοναδικό και υποβλητικό μουσικό χάρισμα όλο το «Άξιον εστίν». Κι αν το ‘ξερε, γιατί δεν κράτησε το μέτρο και την μουσική αναφορά του ίδιου του ποιητή; Γιατί επιχείρησε να δώσει δική του μελωδική ερμηνεία; Γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι ο Μίκης Θεοδωράκης εντρυφούσε στην εκκλησιαστική μουσική λατρεία. Μελοποίησε συμφωνικά τη Θεία Λειτουργία. Προτού συνθέσει τα μεγάλα πατριωτικά του αριστουργήματα, είχε μελετήσει τις μουσικές φόρμες της εκκλησιαστικής μας μουσικής παράδοσης, για να αντηχούν οι μελωδίες του αμεσότερα στον ψυχισμό των Ελλήνων. Καταλήγω, λοιπόν, στην πεποίθηση, ότι, δεν το ήξερε. Γιατί, μόνο με την ιδέα της βυζαντινής ερμηνείας του εν λόγω ποιήματος μέσα στη ροή της όλης σύνθεσης του «Άξιον εστίν», με καταβάλλει και με καθηλώνει ρίγος συγκίνησης και περηφάνιας.

Πού κολλά, λοιπόν, η αναφορά σε «κόμπλεξ» των λογίων; Αν ένας μέγιστος Οδυσσέας Ελύτης τόλμησε απροκάλυπτα να εμπνευστεί από την εκκλησιαστική ποίηση, χωρίς συμπλέγματα κατωτερότητας και χωρίς έγνοια για τα όποια υποτιμητικά σχόλια θα εισέπραττε, τότε, με λυπεί, που πολλοί σήμερα «λόγιοι» και «σοφοί» του καλλιτεχνικού στερεώματος σνομπάρουν και περιγελούν οτιδήποτε σχετικό με την Εκκλησία και την τέχνη της. Παραγκωνίζουν εντελώς οτιδήποτε παραπέμπει σε εκκλησιαστική δημιουργία και παράδοση, ως κάτι ξεπερασμένο, κοντόφθαλμο, ευτελές, παιδαριώδες και αδιάφορο.

Από την άλλη, όμως, κρίνω και εκκλησιαστικούς «λόγιους» και υπέρμαχους της «εκκλησιαστικής παράδοσης».  Κρίνω την άρνησή τους για οποιαδήποτε μεταφορά της λατρείας στη νέα γλώσσα, την νεοελληνική. Κρίνω τα φτωχά τους επιχειρήματα, για δήθεν απουσία φωτισμένων ποιητών και υμνογράφων, για εκφραστική πενία της νεοελληνικής και, άπαγε της βλασφημίας, για συστολή του Αγίου Πνεύματος στη σημερινή εποχή. Κρίνω τον σνομπισμό απέναντι σε κάθε μορφή της θύραθεν τέχνης. Ο Ελύτης θεωρώ δίνει μια ηχηρή απάντηση, ένα χαστούκι και προς τις δύο κατευθύνσεις. Ο καθείς όμως δικαιούται να εκφέρει την άποψή του. Πριν, όμως, επανατοποθετηθεί, ας κάνει τον κόπο να ανατρέξει στο έργο «Άξιον εστίν» και ειδικά στο συγκεκριμένο ποίημα. Παραθέτω για τους γνώστες εκκλησιαστικής μουσικής, ως παράδειγμα την πρώτη στροφή με αντιστοίχιση στίχων από τον πρότυπο ύμνο, όπως αναρτήθηκε σε σχετική ιστοσελίδα.

(https://emiliusx.blogspot.com/2011/01/o.html)

Ανοίγω το στόμα μου * κι αναγαλλιάζει το πέλαγος

Ανοίξω το στόμα μου * και πληρωθήσεται Πνεύματος

 

Και παίρνει τα λόγια μου * στις σκοτεινές του σπηλιές

και λόγον ερεύξομαι * τη βασιλίδι Μητρί

 

Και στις φώκιες τις μικρές * τα ψιθυρίζει

και οφθήσομαι φαιδρώς * πανηγυρίζων

 

Τις νύχτες που κλαιν * των ανθρώπων τα βάσανα.

και άσω γηθό- * μενος ταύτης τα θάυματα.

Subscribe to Email