Ἀνδρέα Μιχαηλίδη
Μακάριος ὅποιος μπορεῖ νά δρέψει ἄνεμο,
καί μέ γαλάζια κορδέλα νά τόν δέσει
κουρτίνα δροσιᾶς.
Μακάριος ἐκεῖνος πού μαζεύει
μίας προσευχῆς τά δάκρυα –
χάντρες πού σκορπίστηκαν
ἀπό στιλπνό περιδέραιο ἐλπίδας.
Μακάριος ὁ πού μεθάει μέ τό γέλιο
μέ τραγούδια τῆς πατρίδας του
ἀποδημητικά
μά κι αὐτός πού μέ τό πρῶτο φῶς
τῆς νύχτας βγαίνει νά μοιράσει
ἐκμαγεῖα ὀνείρων στά παιδιά
ἤ φτερά
σέ ἄπορους ἀγγέλους.
Μακάριος ὁ εἰρηνοποιός
ὁ πράος
ὁ κληρονόμος
τῆς γης.