Γεωργίου Α. Ξενῆ,
Ἀναπληρωτοῦ Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Κύπρου

29 Μαΐου 1453: Ἡ Κωνσταντινούπολη κυριεύεται! Ἡ Ἁγία Σοφία μετατρέπεται στό πρῶτο μουσουλμανικό τέμενος τῆς Πόλης! Ὁ νεαρός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄, μόλις 21 ἐτῶν, ἔχει ὑλοποιήσει τό ὄραμα τῆς ζωῆς του: ὕστερα ἀπό πολιορκία ἑπτά μόνον ἑβδομάδων, ἡ καρδιά τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ βασιλίς πόλις τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι πλέον στά χέρια του! Ἐπαξίως λαμβάνει τό προσωνύμιο “ὁ Πορθητής”!

Διάβαζα τίς προάλλες κάπου στό διαδίκτυο τό ἐξῆς: “Κωνσταντινούπολη 29 Μαΐου 1453. Ἑλλάδα 29 Μαΐου 2010. Τά χρόνια περνοῦν. Οἱ αἰῶνες φεύγουν. Οἱ γενιές ἀλλάζουν. Τό σύνθημα ὅμως “Πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς πάλι δικιά μας θά’ ναι” κυριαρχεῖ ἀκόμη. Καί θά κυριαρχεῖ, μέχρι κάποια στιγμή ἡ Πόλη νά περάσει ξανά στά χέρια τῶν Ἑλλήνων. Μέχρι ἡ ἱστορία νά διορθώσει τό λάθος της”.

Εἶναι σαφής ὁ πόνος ψυχῆς τοῦ συντάκτη τῶν πιό πάνω γραμμῶν. Ἐξ ἄλλου ποιός Ἕλληνας στ’ ἀλήθεια μπορεῖ νά θυμηθεῖ τό γεγονός τῆς Ἅλωσης χωρίς ρίγος σιγκίνησης καί χωρίς αἰσθήματα μελαγχολίας καί νοσταλγίας; Οὐδείς! Ὡστόσο ἡ δήλωσή του ὅτι ἡ πτώση τῆς Βασιλεύουσας ὑπῆρξε “λάθος τῆς ἱστορίας” εἶναι ἀτυχής. Ἡ νηφάλια ἐξέταση τῶν ἱστορικῶν δεδομένων ὁδηγεῖ σέ ἄλλη ἀπάντηση γιά τό ἐρώτημα τί εὐθύνεται γιά τήν τραγωδία.

Ἄς δοῦμε πῶς ἔχει διαμορφωθεῖ ἡ κατάσταση τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους τά τελευταῖα 100 χρόνια πρίν τήν Ἅλωση. Τό κράτος ἐδαφικά ἔχει συρρικνωθεῖ ἀπελπιστικά. Ἀπό τήν ἄλλοτε τεράστια αὐτοκρατορία, σέ ἑλληνικά χέρια μένουν τώρα μόνο τά ἐδάφη γύρω ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Οἱ οἰκονομικοί του πόροι ἔχουν σχεδόν ἐξανεμιστεῖ. Οἱ οἰκονομικές ἀνισότητες προκαλοῦν αἱματηρές συγκρούσεις ἀνάμεσα σέ πλούσιους καί φτωχούς. Ἡ βυζαντινή κοινωνία ἔχει διχαστεῖ ἐπιπλέον καί ἀπό τή θρησκευτική διαμάχη πού στρέφεται γύρω ἀπό τό κίνημα τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Σάν νά μήν ἔφθαναν ὅλα αὐτά, καί ἡ ἴδια ἡ φύση στρέφεται ἐναντίον τῶν Βυζαντινῶν, ἰσχυροί σεισμοί καί ἐπιδημία βουβωνικῆς πανώλης.

Ὡστόσο ἐκεῖνο πού συντελεῖ ὥστε τά προβλήματα νά μήν μποροῦν νά ξεπεραστοῦν εἶναι τό ὅτι ἡ πολιτική ἡγεσία τοῦ Βυζαντίου ὑπῆρξε πολύ κατώτερη τῶν περιστάσεων. Ἡ τελευταία δυναστεία, οἱ Παλαιολόγοι, ἐπιδει- κνύουν ἀσύγγνωστη ἀφροσύνη καί ἀνικανότητα. Ἀντί νά στρέψουν τήν ἐνεργητικότητά τους στήν ἀναχαίτιση τῆς ἀπελπιστικῆς κατάστασης τοῦ κράτους, οἱ διάφοροι κλάδοι πού ἀποτελοῦν τόν Οἶκο τῶν Παλαιολόγων σπαράσσονται ἀπό ἐμφύλιες διαμάχες μέ μῆλον τῆς ἔριδος τόν θρόνο τῆς Κωνσταντινούπολης! Μάλιστα δέν διστάζουν νά ζητήσουν τή βοήθεια ξένων στρατευμάτων, καί δή ὀθωμανικῶν, προκειμένου νά ἐξουδετερώσουν τούς ἐσωτερικούς ἀντιπάλους τους! Μέ αὐτόν τόν τρόπο καθιστοῦν τούς ἐχθρούς τοῦ κράτους, τούς Ὀθωμανούς, ἐσωτερικό στοιχεῖο τῆς πολιτικῆς ζωῆς τοῦ Βυζαντίου!

Τό δεύτερο σοβαρότατο δεῖγμα πολιτικῆς ἀνικανότητας τοῦ Οἴκου αὐτοῦ εἶναι ἡ ἀδιαφορία γιά τό λαϊκό αἴσθημα καί τίς εὐαισθησίες τοῦ λαοῦ στό κορυφαῖο ζήτημα τῆς Ἕνωσης τῶν Ἐκκλησιῶν. Αὐτό συντέλεσε ὥστε ὁ λαός νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἡγεσία του. Εἶναι γνωστόν ὅτι οἱ Πάπες τῆς Ρώμης ἔθεταν ὡς ὅρο γιά ἀποστολή στρατιωτικῆς βοήθειας στή χειμαζόμενη Κωνσταντινούπολη τήν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι τήν Ἕνωση οἱ Πάπες τήν ἀντιλαμβάνονταν ὡς ὑποταγή τῆς Ὀρθοδοξίας στόν Ρωμαιοκαθολικισμό. Ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο ὅμως ὁ λαός τοῦ Βυζαντίου τό ἀπέρριπτε μετά βδελυγμίας καί σκαιότητος.

Παρ’ ὅλα αὐτά οἱ δύο τελευταῖοι αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου πεπεισμένοι ὅτι ἡ μόνη δυνατή βοήθεια θά προέλθει ἀπό τή Δύση ὑποστηρίζουν ἑνωτική πολιτική. Ὁ Ἰωάννης Η΄, στή σύνοδο Φερράρας καί Φλωρεντίας, 1438-9, ὑπογράφει τήν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Ὁ διάδοχός του, τελευταῖος αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, Κωνσταντῖνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, στίς 12 Δεκεμβρίου 1452, σέ λαμπρή τελετή στήν Ἁγία Σοφία ἑορτάζει τήν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν.

Τί ἐνέργεια μποροῦσε νά εἶναι πιό προκλητική ἀπό αὐτή; Μέσα στήν καρδιά τῆς Πόλης, στόν ναό πού εἶναι τό προπύργιο τῆς Ὀρθοδοξίας νά ἑορτάζεται ἡ ὑποταγή τῆς Ὀρθοδοξίας στόν Πάπα! Καί μάλιστα ἐνόσω διατηρεῖται ἀκόμη ἡ ἀπεχθής μνήμη τῆς καταστροφῆς τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τή σταυροφορία τῶν Δυτικῶν τοῦ 1204! Ἡ φιλενωτική πολιτική τῶν αὐτοκρατόρων εἶναι ἡ ἰδανική συνταγή γιά πλήρη ἀποξένωση τοῦ λαοῦ ἀπό τήν κυβέρνησή του καί γιά καταβαράθρωση τοῦ φρονήματός του.

Ἡ τίμια ἀναμέτρηση μέ τήν ἱστορία τῆς Ἅλωσης, ὅσο θλιβερή καί ἄν εἶναι, ἀποδεικνύεται χρήσιμη, καθόσον μᾶς βοηθεῖ νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι τά αἴτια τῆς παρακμῆς τοῦ Βυζαντίου, ἐκτός ἀπό ἐξωτερικά, εἶναι καί ἐσωτερικά καί πολιτικῆς ὑφῆς. Τά ἐξωτερικά προβλήματα συνήθως δέν μπορεῖ κανείς νά τά ἐλέγξει, τά ἐσωτερικά ὅμως μποροῦμε νά τά ἀντιμετωπίσουμε καί στό μέλλον νά μάθουμε νά τά ἀποφεύγουμε. Γιά αὐτό σέ αὐτά πρέπει νά ἐπικεντρωθοῦμε.

Εἶναι κοινή διαπίστωση ὅτι παρά τούς ἐξωτερικούς κινδύνους, καί σήμερα τό κυριότερο πρόβλημα τοῦ ἑλληνισμοῦ εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει ἱκανοποιητικός ἀριθμός ἱκανῶν πολιτικῶν στελεχῶν. Γιά τοῦτο εὐθύνεται ὁ λαός μας σέ πολύ μεγάλο βαθμό. Οἱ βυζαντινοί πρόγονοί μας τουλάχιστον εἶχαν τό ἑξῆς ἐλαφρυντικό: λόγω τοῦ μοναρχικοῦ συστήματος διακυβέρνησης πού ὑπῆρχε στήν ἐποχή τους, δέν εἶχαν κανένα ρόλο στήν ἀνάδειξη τῶν ἀρχόντων. Ὁ βασιλιάς ἀναδεικνυόταν κληρονομικῷ δικαιώματι. Ἄρα ὅσο ἀκατάλληλος καί νά ἦταν, δέν εἶχαν πολλά περιθώρια ἀντιδράσεως. Ἐμεῖς ὅμως; Σήμερα ὑπάρχει δημοκρατία, τούς ἀξιωματούχους τούς διαλέγει ὁ λαός. Καί τούς διαλέγει ἀνάμεσα στίς διαθέσιμες ἐπιλογές.

Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι πολύ λίγοι συμπολίτες μας ἐνδιαφέρονται νά ἀνα- μειχθοῦν στήν πολιτική ζωή καί ἔτσι αὐτοί πού διεκδικοῦν τίς θέσεις εἶναι πολύ λίγοι καί συνήθως πάντοτε οἱ ἴδιοι. Ἀλλά εἶναι λογικό ὅτι ὅταν μιά θέση τή διεκδικοῦν λίγοι, οἱ πιθανότητες νά στελεχωθεῖ σωστά εἶναι λίγες. Ἀντίθετα οἱ πιθανότητες ἀνάδειξης ἱκανοῦ στελέχους στό πολιτικό ἀξίωμα αὐξάνονται σημαντικά, ὅταν οἱ διεκδικητές τοῦ ἀξιώματος εἶναι πολλοί καί ὑπάρχει μεγάλη ἅμιλλα.

Καθῆκον λοιπόν ὅλων ὅσοι ἔχουν δημόσιο λόγο ( Μητροπολιτῶν, Καθηγητῶν Πανεπιστημίου, πολιτικῶν, δημοσιογράφων, Καθηγητῶν Μέσης Ἐκπαίδευσης κτλ ) εἶναι νά προτρέπουν τόν λαό, καί δή τή νέα γενιά, νά ἀναμειχθεῖ στήν πολιτική. Πρέπει νά ἐξηγηθεῖ ὅτι ἡ πολιτική στή γνήσια μορφή της δέν εἶναι «βρώμικο παιχνίδι». Ἔτσι τήν κατάντησαν! Πολιτική εἶναι ἡ τέχνη νά διακονεῖς τούς συνανθρώπους σου. Ἔτσι τουλάχιστον τήν ἀντιλαμβανόταν ὁ πασίγνωστος πολιτικός τῆς ἀρχαίας δημοκρατικῆς Ἀθήνας, ὁ μεγάλος Περικλῆς, καί γιά τοῦτο ἐπέκρινε ὠμά καί δριμύτατα ὅποιον δέν εἶχε συμμετοχή στήν πολιτική ζωή: «μόνο ἐμεῖς οἱ Ἀθηναῖοι τόν συμπολίτη μας ἐκεῖνο πού δέν ἔχει καμία ἀνάμειξη στήν πολιτική ζωή τόν θεωροῦμε ὄχι φιλήσυχο, ἀλλά ΑΧΡΗΣΤΟ» (μόνοι γάρ τόν ... μηδέν τῶνδε (δηλ. τῶν πολιτικῶν) μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ’ ἀχρεῖον νομίζομεν (Θουκ. 2.40.2)). Ἡ ἐπέτειος Ἅλωσης τῆς Πόλης ἄς μήν εἶναι λοιπόν μόνον ἀφορμή θρήνων καί ὀδυρμῶν. Πολύ πιό ἐποικοδομητικό θά εἶναι, πρῶτον, ἐάν μᾶς ἀφυπνίζει τή συναίσθηση εὐθύνης γιά παλλαϊκή καί μαζική συμμετοχή στά κοινά, ὥστε νά προκύπτει ὡς ἀποτέλεσμα ἡ ἀνάδειξη τῶν πιό προικισμένων συμπολιτῶν μας στά πολιτικά καί πολιτειακά ἀξιώματα, διότι ἡ πολιτική ἡγεσία εἶναι ἡ ραχοκοκκαλιά τῆς εὐδαιμονίας τοῦ ἔθνους καί τῆς κοινωνίας μας.

Δεύτερον, ἐάν μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τό πιό ἱερό κειμήλιο τοῦ λαοῦ μας, στό ὁποῖο κανείς δέν θά πρέπει νά ἁπλώνει βέβηλο καί ἀνόσιο χέρι, οὔτε ἀκόμη καί ὁ πιό τρανός αὐτοκράτορας. Ἄς πράξει ὁ καθένας τό μερίδιο πού τοῦ ἀναλογεῖ πρός τόν σκοπό τοῦτον.

Από το περιοδικό της Ι. Μητροπόλεως Λεμεσού «Παράκληση», Τεύχος 60

Subscribe to Email