π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

«Αρχή ή τέλος

τέλος πάντων

δεν ήρθε ακόμη

και δεν μπορώ να πω

αν περιμένω και κάτι

άλλο να μου γεμίζει φως τα εντός

επέκεινα παντός

νοήματος κι αισθήματος.

Υπάρχουν κι άλλοι χώροι

επέκεινα υπάρχει η ελπίδα

και εκεί υπάρχω

τι κι αν ακόμα εκεί δεν έφτασα»[1].

    Κάθε που τελειώνει ένας χρόνος και αρχίζει άλλος, υπάρχει μια αίσθηση του πριν και του αύριο. Ό,τι ζήσαμε στο παρελθόν - θετικό ή αρνητικό - δεν μπορούμε να το επαναλάβουμε. Και ό,τι ανήκει στο μέλλον, βέβαια, δεν το ζήσαμε. Στην πραγματικότητα ούτε στο χθες ούτε στο αύριο υπάρχουμε, αλλά στο σήμερα.

   Ωστόσο, ο χρόνος είναι δυναμικά στην ύπαρξή μας, όπως και στο σύμπαντα κόσμο. Πορευόμαστε μέσα σε αυτόν, γράφουμε την ιστορία μας με αυτόν και προσδοκούμε τη μη κατάργησή του. Γιατί, αν ταυτίζουμε την ύπαρξή μας με τον χρόνο, η κατάργησή του μας οδηγεί στην ανυπαρξία, κάτι που προκαλεί πανικό. Δεν είναι στη φύση μας το μηδέν...

   Το ότι ο Θεός μπήκε στον χρόνο, ενώ είναι έξω από αυτόν, μας δίνει ελπίδα για το τώρα και βεβαιότητα για την αιωνιότητα. Ο χρόνος γίνεται μέσο, προάγγελος της αιώνιας μέρας. Κι ας είναι γεμάτος πόνο και δάκρυ, αντιπαλότητες και ψυχρότητες, όλα όσα σημαίνουν θάνατο.

   Όμως ακόμα και αν ο νυν αιώνας κυριαρχείται από τον κοσμοκράτορα του σκότους, σε παγκόσμιο και προσωπικό επίπεδο, τον τελευταίο λόγο τον έχει αυτός που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση» (Αποκ.6,2), που νίκησε κάθε μορφή θανάτου, ο Ιησούς Χριστός.

   Τι σημασία έχει αν δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, μέσα στα τρεχάματα της καθημερινότητας, τη σημασία που έχει ότι ό ά-χρονος εισέρχεται στο χρόνο;

   Τι κι αν γέμισε η ζωή μας σκοτάδι, με τα πάθη και τις αμαρτίες μας, που άλλες ξέρουμε κι άλλες αγνοούμε;

   Κάποια μέρα όλα θα είναι παρελθόν. Όταν ανατέλλει ο ήλιος, το σκοτάδι διαλύεται. Ο Χριστός, ως το φως του κόσμου, θα εξαφανίσει κάθε διαβολική ενέργεια που υπάρχει μέσα μας και θα φανεί ο καλός εαυτός μας, αυτόν που έφτιαξε  «κατ εικόνα» Του.

   Δεν είναι ο «κακός άνθρωπος» αυτός που φαίνεται με τη συμπεριφορά του.

   Δεν είναι ο εαυτός μας, ο άτσαλος και ακατάστατος, που μας καθορίζει.

   Δεν είναι ο διάβολος που διαφεντεύει τον κόσμο.

   Αυτός που είπε «εγώ ειμι το Α και το Ω, ο πρώτος και ο έσχατος, αρχή και τέλος» (Αποκ. 22,13), Αυτός που μπήκε στο χρόνο, ενώ είναι εκτός, Αυτός που μας αγάπησε τόσο, ώστε να γίνει «ένας από μας», Αυτός θα μας έχει όλους μαζί Του στην αιώνια χαρά του Παραδείσου. Αρκεί να θέλουμε.

[1] Πορφυρίου Ηγουμένου, Γι’ αυτό κλαίω κι εγώ…, εκδ. Εν πλω, 2010, σ. 35.

Subscribe to Email