π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Ο ιερός Αυγουστίνος, Πατέρας της Εκκλησίας που έζησε στη Δύση τον 4οαιώνα (354-430 μ.Χ), έγραψε αρκετά συγγράμματα, που από αυτά ξεχωρίζει το βιβλίο του με τίτλο «Εξομολογήσεις». Με τρόπο προσευχητικό εκθέτει, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, τη ζωή του από την παιδική μέχρι την ώριμη ηλικία. Στην πραγματικότητα παρουσιάζει την πνευματική του πορεία από το θάνατο της αμαρτίας στη ζωή του Θεού, από το σκοτάδι στο Φως.
Θα μπορούσε, στα χέρια των παιδαγωγών (δασκάλων και γονιών), ν’ αποτελέσει ένα είδος γνώσης της «ψυχολογίας του βάθους», κατά τον Φρόϋντ, όπου αποκαλύπτεται η προσωπικότητα του παιδιού και εφήβου, όπως και του νέου, που δεν είναι μόνο η συμπεριφορά, δηλαδή αυτό που φαίνεται.
Ο Αυγουστίνος, μέσα από την εμπειρία του που πηγάζει από τις πολλές γνώσεις και την άτσαλη ζωή του, ως ανήσυχο πνεύμα, καταθέτει, στις εξομολογήσεις του, το συμπέρασμα ζωής του: «Όσες απολαύσεις και να προσφέρουν τα κατώτερα αγαθά, δεν συγκρίνονται με τις απολαύσεις του Θεού μου που τα δημιούργησε»[1].
Είναι παρατηρημένο ότι ο άνθρωπος της εποχής μας, πιο πολύ από τις παλαιότερες εποχές, αναζητά την ευχαρίστηση, την απόλαυση, τη χαρά, όχι μόνο σε υλικό επίπεδο αλλά και σε ψυχικό και σε πνευματικό. Αναζητά, δηλαδή, την απόλαυση στα φαγητά, στη σεξουαλικότητα, στις ανέσεις, όπως και στις σχέσεις, στη θέαση, στην ακρόαση, σε καθετί που τον κάνει «να νιώθει ωραία». Ακόμα και «οι πνευματικοί άνθρωποι», που, τέλος πάντων, δεν είναι «σαρκικοί» και «δεν κινούνται σε χαμηλό επίπεδο», θέλουν αυτό που κάνουν – προσευχή, εκκλησιασμό, μελέτη, ελεημοσύνη και άλλα –να καταλήγουν στη χάρη, στην ηρεμία, στην ειρήνη, στη χαρά. Να έχει, δηλαδή, απόλαυση.
Η αναζήτηση αυτή είναι στη φύση μας, πράγμα που παρατηρείται από τη βρεφική ηλικία. Ποιος μπορεί να πει πως δεν τα θέλει; Ποιος δεν απολαμβάνει την απόλαυση;
Όμως ξέρουμε πως η ζωή έχει και πόνο, κάποτε οριακό για την ύπαρξη, θλίψη και απογοήτευση, έντονα αρνητικά βιώματα. Πώς συνδυάζεται η απόλαυση, κυρίως η πνευματική, με τον πόνο; Μάλιστα, πώς εξηγείται το «ήλθε δια του σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»;
Για ένα αληθινό χριστιανό η σημασία της όποιας απόλαυσης κρύβεται στο πρόσωπο του Χριστού. Καθετί που μας χωρίζει από Αυτόν είναι αμαρτία, αστοχία, λάθος. Σημειώνει πάλι ο ιερός Αυγουστίνος: «Το δικό μου αμάρτημα ήταν που αναζητούσα τις απολαύσεις, τα μεγαλεία και τις αλήθειες όχι σ’ εκείνον (το Θεό), αλλά στα πλάσματά του, δηλαδή στον εαυτό μου και στους άλλους συνανθρώπους μου»[2].
Χρειάζεται να εξετάζουμε κατά καιρούς τις κινήσεις της καρδίας μας αν στρέφονται σ’ Εκείνον ή στα δώρα Του, αν θέλουμε το Χριστό ή το χριστιανισμό - ιδεολογία, κατά τον π. Αλέξανδρο Σμέμαν[3]. Όποιος έχει το Χριστό στην καρδιά του, αλήθεια, έχει όλες τις απολαύσεις της ζωής. Ή καλύτερα, απολαμβάνει πιο δυναμικά όλες τις απολαύσεις, αφού προέρχονται ως δώρα από Εκείνον. Βλέποντας έτσι τα πράγματα, δεν διαχωρίζουμε τη ζωή με τις χαρές της από το Θεάνθρωπο Κύριο, που, με την ενανθρώπησή Του αγίασε κάθε ανθρώπινη απόλαυση, και με την Ανάστασή Του, της έδωσε προοπτική αφθαρσίας και αιωνιότητας.
[1] Αγίου Αυγουστίνου, Εξομολογήσεις, Τόμος πρώτος, Εκδ. Πατάκη, 2018 13 σ.158.
[2] Ό.π,. σ. 148
[3] Ημερολόγιο, σ. 137