π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Αμαρτία, αστοχία, αποτυχία, λάθος, παρανομία, ασθένεια: έννοιες που μας λένε πως «κάτι δεν πάει καλά». Άλλοι δε θέλουν ν’ ασχοληθούν, παρακάμπτοντας την πραγματικότητα, άλλοι ασχολούνται παθιασμένα κάνοντας τη ζωή τους αμαρτωλοκεντρική, προσέχοντας  κάθε κίνηση τους μην αμαρτήσουν, κι άλλοι παραδεχόμενοι το ευόλισθο και αδύνατο της ανθρώπινης φύσης, αγωνίζονται, στηριγμένοι στη δύναμη και τη χάρη του Θεού.

Η τοποθέτησή μας στο θέμα της αμαρτίας καθορίζει και τον τρόπο ζωής μας:

  1. Η παράκαμψή της, με την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι μια χαρά, θα οδηγήσει σε πνευματικές παρενέργειες, όπως την εσωτερική πίεση, το άγχος, την απουσία της χαράς και της ειρήνης.
  2. Η συνεχής ενασχόληση και προσοχή στο κάθε τι "για να μην αμαρτήσουμε", κρύβει εγωισμό που θέλει το πρόσωπο ατσαλάκωτο και αναμάρτητο. Τελικά, κέντρο της ζωής μας γίνεται η αμαρτία, έστω και γι’ αποφυγή της, παρά ο Χριστός, «ο μόνος αναμάρτητος».
  3. Η αποδοχή της αμαρτωλότητάς μας, ως ανθρώπων αδυνάτων και εύκολων στις πτώσεις, προφυλάσσει από απροσεξίες που στηρίζονται στην αυτοπεποίθηση και αυτάρκεια.

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς λέει πως «όποιος γνώρισε την αδυναμία του, γνώρισε τη δύναμη του Θεού». Στην αποδοχή τής αμαρτωλότητάς του, ταπεινώνεται ο άνθρωπος κι έρχεται η Χάρη του Θεού σύμφωνα με το λόγο «Ο Θεός εναντιώνεται στους υπερήφανους, στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη του» (Ιακ. 4,6).

Όπως και να θεωρεί ο καθένας την αμαρτία, η πραγματικότητα είναι ότι, κατά τον άγιο Κύριλλο Ιεροσολύμων, «η αμαρτία καίει, αποδυναμώνει την ψυχή, προκαλεί σοβαρές διανοητικές και συναισθηματικές διαταραχές, την αποδιοργανώνει και την αποπροσανατολίζει»[1]. Με αυτή τη θεώρηση, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είναι η αμαρτία απλά μια παρανομία στο νόμο του Θεού, όπως συμβαίνει στην παράβαση των νόμων του κράτους, αλλά μια διαστρέβλωση της φυσιολογικής μας ζωής, ένεκα του ότι χαλά η σχέση με την πηγή της Ζωής, το Χριστό.

Η Εκκλησία, πού ’ναι το ζωντανό Σώμα Του, μπορεί να ανατρέψει τις συνέπειες της αμαρτίας, προσωρινά ή μόνιμα, να θεραπεύσει, με τους κατάλληλους πνευματικούς ιατρούς που γνωρίζουν τον τρόπο εμπειρικά, και να ισορροπήσει τον άνθρωπο με τον εαυτό του, το διπλανό του, το Θεό του.

Η μετάνοια, ως επιθυμία γι’ αλλαγή και απόφαση για νέα πορεία, είναι η βάση και η προϋπόθεση της θεραπείας. Μια μετάνοια που στηρίζεται αποκλειστικά στην ανθρώπινη ελευθερία, αφού κανείς δεν μπορεί να εξαναγκάσει κάποιο να μετανοήσει. Ωστόσο, η κινητήρια δύναμη, εκτός από τις ανυπόφορες εσωτερικές δυσκολίες που προκαλεί η αμαρτία, είναι η βεβαιότητα πως μπορεί να νικηθεί η μέσα μας αμαρτία με τη δύναμη και τη Χάρη του Θεού. Η ελπίδα και η πίστη αυτή στηρίζεται στην Παράδοση της Εκκλησίας με τους αγίους Της, που, άνθρωποι ατελείς και αμαρτωλοί, μπόρεσαν με τη μετάνοιά τους και τη χάρη του Θεού να φτάσουν στον αγιασμό.

Καμία αμαρτία δεν μπορεί να είναι πιο μεγάλη από την αγάπη του Θεού μας. Γι’ αυτό και καμία αμαρτία δεν μπορεί να εμποδίσει τη μετάνοια που οδηγεί στην αληθινή θεραπεία, δηλαδή στη θέα της δόξας του Θεού.

[1] Κατηχήσεις, Εκδ. “Ετοιμασία”, Ι.Μ. Τιμ. Προδρόμου Καρέας, 1991,σ.55.

Subscribe to Email