Τό ζητούμενο στή ζωή μας εἶναι ν’ ἀγαπήσουμε τό Χριστό,
ἀφοῦ τόν συναντήσουμε, τόν γνωρίσουμε ὡς πρόσωπο.
Αὐτή ἡ γνώση, ἄν καί ἔχει στοιχεῖα τῆς γνώσης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων,
εἶναι ἔξω ἀπό τίς αἰσθήσεις.
Γι’ αὐτό μέ «ἄλλον τρόπο» γνωρίζεται, συναντᾶται, ἀγαπιέται.
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Στις θλίψεις και τις δοκιμασίες, μικρές ή μεγάλες, σύντομες ή παρατεταμένες, αναζητάς ένα αποκούμπι για ν’ αντέξεις κι έναν Κυρηναίο για να σηκώσει λίγο το σταυρό σου. Αν όμως φανεί κάποιος που θα μπορέσει να σε λυτρώσει τελείως από τη δοκιμασία σου, τότε, ασφαλώς, η χαρά θα ’ναι μεγάλη, ανάλογη με το μέγεθος του πόνου και της θλίψης.
Η εμπειρία του χάους, του θανάτου, της μοναξιάς και της αδυναμίας της λύτρωσης, θα μας κάνουν να κατανοήσουμε γιατί η σύλληψη στην κοιλιά της «αγνής, παρθένου Μαριάμ» ονομάστηκε Ευαγγελισμός, που σημαίνει χαρούμενη είδηση.
Από τότε και για πάντα η ανθρωπότητα, ο κάθε άνθρωπος «όπου γης», ό,τι και να ’ναι όπως και να ζει, δεν είναι μόνος στον πόνο και στο δάκρυ του, στις ακαταστασίες και τα πάθη του, στα προβλήματα τα απλά ή τα υπαρξιακά. Γεννιέται Αυτός που θα γίνει ως «εις εξ ημών», ακολουθώντας όλα τα στάδια της ζωής μας από την ενδομήτρια μέχρι το θάνατο, γι’ αυτό και γνωρίζει τη φύση μας, κατανοεί εμπειρικά τη δυσκολία μας.
Βέβαια, το πανανθρώπινο αφορά και τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Όπως και το κοινό, αν βιώνεται προσωπικά, τότε κατανοείται. Γι’ αυτό και η γιορτή του Ευαγγελισμού, στις 25 Μαρτίου κάθε χρόνο, ενώ αφορά όλους γίνεται προσωπική χαρά στο σημείο που ζήσαμε μέσα μας την απόγνωση του θανάτου, τη μοναξιά της εγκατάλειψης, το βάρος του εαυτού μας και των γύρω μας. Στο σημείο, δηλαδή, που αφήσαμε το Χριστό να συν-πορευτεί.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως η Παναγία θα μπορούσε ν’ αρνηθεί μια τέτοια πορεία ζωής, να γίνει Θεοτόκος, που δεν σήμαινε μόνο δόξα αλλά και πόνο καρδιακό (πρβλ. Λουκ.2,35.). Όταν ελεύθερα και αβίαστα, με ταπείνωση και εν γνώσει της είπε «Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», τότε ο άχρονος μπήκε στο χρόνο, ενανθρώπισε και έδωσε χαρά «παντί τω γένει ημών».
Όταν ο άνθρωπος, ταπεινά και απλά, καρδιακά και ολόψυχα, αφεθεί στα χέρια του Μεγάλου Θεού, αφού θα κάνει ό,τι μπορεί, τότε θα βιώσει το θαύμα της νέας κατάστασης, της «χαράς διά του σταυρού» του.
Δεν είναι οι γιορτές της Εκκλησίας για να σπάζουν τη ρουτίνα μας ούτε για μνήμη γεγονότων του παρελθόντος, αλλά για να τρέφουν την «τεθλιμμένη του βίου οδόν» και να «πορευόμαστε χαίροντες».
Δεν είναι η χαρά που επαγγέλλεται το Ευαγγέλιο άπιαστη πραγματικότητα, γιατί θα προέρχεται από ζωή χωρίς πόνο και προβλήματα, που βέβαια, δεν υπάρχει. Ο Χριστός μας χάρισε τη χαρά που περνά μέσα από το Σταυρό Του, την αποδοχή του πόνου και τη νίκη της Ανάστασης που ακολούθησε.
Η Παναγία Μητέρα Του, αποδεχόμενη την κλήση, μας χάρισε τη δυνατότητα να μπορούμε ν’ αναπνέουμε στην ασφυξία της ζωής μας, να βλέπουμε ελπίδα στην απόγνωση του εαυτού μας, να γευόμαστε ουράνια χαρά στη θλίψη των γεγονότων. Ευλογία Κυρίου!