π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Στο ερώτημα «αλλάζει ο άνθρωπος;» φαίνεται πως στις περισσότερες φορές η απάντηση είναι αρνητική και μάλιστα κάθετη. Στηριγμένη, βέβαια, στη δυσκολία που συνεπάγεται η αλλαγή, αλλά και στη γύρω μας παρατήρηση που βεβαιώνει ότι σπάνια είδαμε ανθρώπους ν’ αλλάζουν.
Το ερώτημα αυτό απασχολεί και τους ψυχολόγους, αφού ασχολούνται με τον άνθρωπο και προσπαθούν, μέσα από τη θέα του παρελθόντος να τακτοποιήσουν το παρόν, με την αλλαγή στον τρόπο θεώρησης του εαυτού μας και του κόσμου μας, ώστε να πορευτούμε με αισιοδοξία στο μέλλον.
Παρά την αμφισβήτηση, διαβάζοντας τους βίους των αγίων, που έζησαν πριν από μας, αλλά και παρατηρώντας σύγχρονούς μας ανθρώπους που ζούσαν άτσαλη ζωή, με πάθη και συνήθειες «βαριές και χαλεπές», δύσκολες και μακροχρόνιες, και μετανόησαν, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ασφαλώς αλλάζει ο άνθρωπος. Αρκεί να το θέλει και να το παλεύει.
Η Εκκλησία, από την αρχή και μέχρι συντελείας του αιώνος ένα είναι, ουσιαστικά, το μήνυμα, το κήρυγμά της, που στέλλει στον κόσμο: Μετανοείτε! Αυτό σημαίνει αλλάξετε!
Γι’ αλλαγή, όμως, μιλά κι η ψυχολογία, στηριγμένη στη θέληση και τη δύναμη του ανθρώπου. Μια αλλαγή, για να γίνει καλύτερη, χαρούμενη, αισιόδοξη η ζωή μας. Ασφαλώς αυτό ακούγεται ωραίο.
Η αλλαγή, όμως, που η Εκκλησία μάς καλεί να πραγματοποιήσουμε μέσω της μετάνοιας, δεν καλυτερεύει απλά τη ζωή μας, με την κατάργηση της μιζέριας, των ενοχών και των εσωτερικών αγχωτικών καταστάσεων, αλλά έχει προοπτικές αιωνιότητας. Υπερβαίνει το φθαρτό, το θάνατο δηλαδή με όλες τις προεκτάσεις του, και μας εισάγει στον τρόπο ζωής του Θεού που χαρακτηρίζεται από την ταπείνωση και την αγάπη.
Ο άνθρωπος, τότε, ζει τη ζωή του Χριστού, αυτό που είδαμε δυναμικά να γίνεται στους αγίους. Χωρίς να αλλάζει ο χαρακτήρας, με τρόπο που διατηρείται η προσωπικότητά του, δέχεται τη Χάρη του Θεού και αλλάζει η ύπαρξή του. Μεταμορφώνεται, αγιάζεται, Χριστοποιείται.
Είναι αίρεση και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος να λέμε ότι ούτε εμείς ούτε οι δύσκολοι άνθρωποι γύρω μας αλλάζουμε. Γιατί, τότε, αρνούμαστε τη δυναμική παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά αυτού που επιθυμεί την αλλαγή του.
Το ζητούμενο δεν είναι αν μπορεί ο Θεός να μεταμορφώσει «τις πόρνες σε οσίες, τους τελώνες σε ευαγγελιστές, τους ληστές σε κατόχους της Βασιλείας του Θεού», αφού αυτό πραγματοποιήθηκε, αλλά αν θέλουμε εμείς ν’ αλλάξουμε και να ζήσουμε όπως Εκείνος θέλει για μας.
Η θέληση, η επιθυμία στο βάθος της καρδιάς μας, καθορίζει τη δική μας, λίγη έστω, προσπάθεια για να καθορίσει, στη συνέχεια, τη δύναμη του Θεού που θα φέρει, σιγά – σιγά, την αλλαγή στον τρόπο ζωής μας.
Έχουμε ένα Θεό που μας αγαπά, μας φροντίζει, μας καλεί όχι απλά να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, αλλά να μας δώσει τον εαυτό Του, τη ζωή Του, ώστε να υπερβούμε τη θλίψη του αιώνος τούτου και να ζούμε από τώρα τη χαρά της αιωνιότητας.