Εἰσόδια, λοιπόν...

( Σημειώματα Πρωτοχρονιᾶς μὲ ποιμαντικὴ προοπτική)

π. Κωνσταντίνου Καλλιανού

Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἀπόψε, μόλις τὰ ρολόγια δείξουν μεσάνυχτα, θ᾿ ἀλαλλάξουν ἀπὸ ἐνθουσιασμό, εὐφροσύνη καὶ  ἀπὸ αἰσιοδοξία.Γιατὶ κάτι παλιὸ (ὄχι, φυσικά, ἄχρηστο)  ἀποσύρεται, ἀκολουθεῖ τὸ δρόμο τῆς λήθης καὶ τῆς ἀδιαφορίας,  γιὰ νὰ εἰσοδεύσει κάτι τὸ  νέο, τὸ ἐλπιδοφόρο, τὸ φωτεινό. Κι αὐτὸ ὀνομαζεται νέος χρόνος.  Ἔτσι, ἐνῶ τὸ ἡμερολόγιο πρὶν ἀπὸ λίγα λεπτὰ ἔγραφε 31 Δεκεμβρίου 2017, τώρα ἐμφανίζεται ἡ 1η Ἰανουαρίου τοῦ φρεσκοερχομένου 2018. Δηλαδή, μιὰ ἀλλαγὴ ἀριθμῶν, ἀλλὰ καὶ μήνα ἔχουμε. Ποὺ εἰσοδεύουν θριαμβευτικὰ στὴ ζωή μας-ἔτσι τουλαχιστον νομίζουμε-κομίζοντας νέες ἐλπίδες, ὄνειρα, προσδοκίες... Ὅμως ἔτσι εἶναι τὰ πράγματα; Γιατί, τί στ’, ἀλήθεια ἄλλαξε ἀπὸ τὸ χθὲς μέχρι τὸ σήμερα, ἀπὸ τὴν ὥρα 11 καὶ 59 μέχρι τὶς 12 καὶ 1 λεπτό; Ἐκτὸς τῶν παραπάνω φυσικά, ποὺ ἀσφαλῶς δὲν ἀμφισβητοῦνται, ἐπειδὴ χρειάζονται, γιατὶ χωρὶς αὐτὰ ἡ ζωή μας θὰ ἦταν κούφια, ἄνοστη, πεζή κὶ ἀδιαφορη. Ὅμως μὲ τὴν ὁριοθέτηση τοῦ χρόνου μὲ ἀριθμοὺς, ὁνομασίες μηνῶν, ἡμερῶν κ.λ.π. ἡ βιοτή μας ἀποκτᾶ ἄλλο ἐνδιαφέρον. Διότι ἔτσι μποροῦμε νὰ πράττουμε, νὰ ἐνεργοῦμε, νὰ καθορίζουμε ὅλα ὅσα σχεδιαζουμε νὰ γίνουν, ἔχουμε τὶς  εὐκαιρίες νὰ ἑορτάζουμε, νὰ ἀξιοποιοῦμε  τὸ χρόνο μας  καὶ μὲ λίγα λόγια, νὰ μὴν ἀφήνουμε ἀνεκμετάλλευτο  τὸ χρονικὸ διαστημα ποὺ μᾶς δόθηκε, ἀπὸ τὴ γέννησή ἴσαμε τὴν ἀναχώρησή μας γιὰ τὴν αἰωνιότητα.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ κατι ἄλλο ποὺ γοητεύει τὸν καθένα μας. Κι αὐτὸ εἶναι τὸ καινούριο, τὸ φρεσκοφερμένο, ποὺ μπορεῖ νὰ κρύβει ἕνα σωρὸ ἄγνωστα πράγματα, ὅμως δὲν ἔχει σημασία αὐτό. Σημασία  ὅτι τὸ παλιό, ποὺ ἀσφαλῶς κούρασε καὶ τὸ ἔχουμε πιὰ βαρεθεῖ,  πέρασε στὴν ἀντίπερα ὄχθη καὶ δὲν θὰ τὸ ξαναζήσουμε παρὰ μονάχα ὡς ἀναμνηση, ὅσο εἶναι ἀκόμα σιμά. Γιατὶ φαντάσου κάποιον ποὺ ἔζησε πάνω ἀπὸ μισὸ αἰῶνα Πρωτοχρονιές, ἄν θυμᾶται πολλὲς ἀπὸ αὐτές. Γιατὶ ὅσο περναει ὁ καιρὸς καὶ παρασέρνει γεγονότα καὶ πρόσωπα, ὅπως τὸ ποτάμι ποὺ ρέει ἀκατάπαυστα, τόσο καὶ στενεύουν τὰ πλαίσια τῆς μνήμης, τόσο ξεχνιοῦνται πολλὰ ποὺ ζήσαμε. Μὲ πρῶτες τὶς Πρωτοχρονιές, πού, ναί, φεγγίζουν στὸ βάθος τοῦ χρόνου,   ὅμως δὲν εἶναι τὸ ἴδιο χλωρὲς καὶ φωτεινὲς ὅπως αὐτὴ ποὺ ἀναχώρησε, ἄντε κι ἡ προηγούμενη, ἡ προπροηγούμενη κ.λ.π. 

Ὅλοι μας, ὅσο εἴμαστε ἀκόμα νέοι καὶ βλέπουμε τὰ πράγματα πασπαλισμένα μὲ τὴ λευκὴ τὴν ἄχνη τῆς αἰσιοδοξίας καὶ τῆς δημιουργίας, χαιρόμαστε αὐτὸ τὸ «γύρισμα» τοῦ χρόνου, γιατὶ ὑπολογίζουμε,  ὅτι τώρα, τὰ ὅσα σχεδιάσαμε καὶ ὑπολογίσαμε,  θὰ μᾶς ἔρθουν πιὸ καλά, θὰ ὑλοποιηθοῦν δηλαδή, ἄσχετα ἄν στὸ δρομο  μᾶς φαρμακώσουν καὶ μᾶς ἀπογοητεύσουν. Κι ἐδῶ εἶναι τὸ μέγα ζητούμενο, ποὺ ἀσφλῶς χρειάζεται τὴν ἑρμηνεία του. Μιὰ ἑρμηνεία ποὺ δίδεται ἀπὸ κεῖνο τὸ βραδυ, ὅμως κανένας ἤ σχεδὸν κανένας δὲν ἀποδέχεται, γιατὶ εἶναι φορτωμένη ἐρωτήματα, προβληματισμό, ἀγωνία καὶ πολὺ σκέψη-κάτι ποὺ δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ὑπάρξει μιὰ τετοια βραδυά, βραδυὰ γιορτῆς, κεφιοῦ καὶ διασκεδάσεων. Ὅμως ἡ ἀφορμὴ διδεται καί, μάλιστα, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι  τὴν προκαλοῦμε. Κι εἶναι αὐτὴ ἡ εὕρεση τοῦ «τυχεροῦ» φλουριοῦ κατὰ τὴν κοπή τῆς βασιλόπιττας μιὰ εὐκαιρία, ὥστε νὰ δεῖ καποιος τὴν πραγματικότητα ποὺ ὑπάρχει πέρα ἀπὸ ἐφήμερα πανηγύρια, τοὺς  φαινομενικοὺς ἑορτασμούς καὶ τὶς προσωρινὲς εὐωχίες. Γιατὶ ἡ εὕρεση τοῦ «τυχεροῦ»φλωρίου σκοτίζει περισσότερο τὰ πράγματα, ἄν δὲν τὰ δοῦμε κάτω ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς ἀλήθειας. Κι ἡ ἀλήθεια ἐδῶ εἶναι μία, ὅτι δηλαδή, τὸ νόμισμα αὐτὸ ἔχει δύο ὄψεις: Ἡ μιὰ ποὺ φαίνεται,  καὶ ἡ ὁποία  ἐμφανίζει τὸ παρόν, αὐτὰ δηλαδή, ποὺ ζοῦμε καὶ ἡ ἄλλη ποὺ εἶναι φορτωμένη ἐρωτήματα, τυλιγμένα σὲ μιὰν ἀχλὺ μυστηρίου, ποὺ ἀνοίγει πάντα φωτεινοὺς δρόμους ἐλπίδας καὶ προσδοκιῶν. Ἀορίστων μέν, ὅμως προσδοκιῶν, ποὺ μποροῦν ὡστόσο νὰ κρύβουν καὶ τὶς φαρμακωμένες τους τὶς πινελιές.

Ἀπόψε, λοιπόν, καθὼς ἑτοιαζόμαστε γιὰ μιὰ νέα ἀρχή, γιὰ κάτι τὸ νέο ποὺ θὰ φωτίσει τὴ βιοτή μας, καλὸ θὰ εἶναι νὰ κοιτάξουμε τὰ πράγματα μὲ περισότερο ρεαλισμό καὶ σοφία καὶ νὰ μὴ σταθοῦμε μοναχα στὶς ἀλλαγὲς ἀριθμῶν κ.λ.π. Ἀκόμα καὶ τὸ ἴδιο τὸ ἑόρτιο κλίμα νὰ τὸ δοῦμε μὲ διαφορετικὸ πνεῦμα. Κι αὐτό, ὅπως καταλαβαίνουμε εἶναι ἡ δικιά μας ἀλλαγή, ὁ δικός ἀνα-καινισμός, ὥστε τὸ νέο αὐτὸ ποὺ ἔρχεται νὰ διαφοροποποιήσει τὸ εἶναι μας, νὰ τὸ ὑψώσει πάνω ἀπὸ τὴ λάσπη καὶ τὸν κουρνιαχτό. Μόνο τότε θὰ καταφέρει ὁ καθένας νὰ νοιώσει τὸ καινούριο μέσα του.

Γι᾿ αὐτὸ κι ἡ Ἐκκλησία, ποὺ εὐλογεῖ κάθε πράξη κι ἐνεργεια τῶν ἀνθρώπων,  στέκει μὲ ἐνδιαφέρον καὶ τούτη τὴν ὥρα τῆς ἐλεύσεως τοῦ λεγόμενου νέου χρόνου. Στέκει κι ἀφουγκράζεται τὰ κρύφια τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ προσπαθεῖ νὰ διδάξει ἕνα μάθημα. Καὶ δή μέγιστον μάθημα: τὴν  ἀνάθεση ὅλων, ὅσων βαραίνουν τὴν ψυχὴ καὶ τὸ εἶναι τοῦ καθενός μας,  στὰ χερια τοῦ Θεοῦ, Ἐκείνου δηλαδή, στοῦ Ὁποίου τὴν ἐξουσία βρίσκονται οἱ καιροὶ καὶ οἱ χρόνοι.

Στρεφὀμαστε πρὸς Ἐκεῖνον, λοιπόν, τούτη τὴ βραδυὰ καὶ ἀφήνοντας στὴν ἄκρη τὰ πάντα,  κοιτάζουμε νὰ σταθοῦμε μὲ δέος ἀπεναντί Του, «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» δηλαδή καὶ νὰ Τοῦ θυμίσουμε μὲ ἰκέσιο διάθεση καὶ εἰλικρίνεια τὰ ἐξῆς: «Αὐτὸς πανάγαθε Δέποτα, τὴν εἴσοδον ταύτην τῆ θεία Σου χάριτι εὐλόγησον...[καὶ] δὸς ἡμῖν ἐν εἰρήνῃ καὶ ὁμονοίᾳ  βεβαίαν τὸν κύκλον τοῦ ἐνιαυτοῦ διελθεῖν». Μὲ λίγα λόγια Τὸν θέλουμε συνοδοιπόρο καὶ στὴ νέα χρονιά. Ποὺ μακαρι νὰ Τὸν ἔχουμε ὅλοι μας...Τότε θ᾿ ἀλλάξουν πολλά, τότε θὰ καταλάβουμε πολὺ καλὰ ὅτι ὄντως εἰσόδευσε κάτι νέο στὴ ζωή μας. Ποὺ ἀσφαλῶς τὸ χρειαζόμαστε περισσότερο ἀπὸ κάθε τι ἄλλο.

Πρωτοχρονιά 2018

 
Subscribe to Email