Σήμερα η θεολογία αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις. Αυτές εγείρουν ερωτήματα, δημιουργούν προβλήματα ή απλώς συνιστούν πρόκληση. Διάλεξα τρεις οι οποίες φαίνονται να είναι σημαντικές και ενδεικτικές γενικότερων τάσεων.

1. Η πρόκληση της γλώσσας

Η πρώτη πρόκληση είναι αυτή της γλώσσας. Εδώ συναντούμε ένα πολύ σύγχρονο και πολύ οξύ πρόβλημα. Θα μπορούσαμε να το καθορίσουμε με τη φράση «γλωσσικός πληθωρισμός» ή «πληθωρισμός των λέξεων». Πλημμυρίζουμε καθημερινά από κάθε είδος λόγων, από μεγάλα βιβλία μέχρι φυλλάδια, από ποικίλα περιοδικά μέχρι διασκεδαστικά αυτοκόλλητα. Τα τυπωμένα λόγια συνοδεύουν το καθετί. Εμφανίζονται σε κάθε πιθανή ή απίθανη επιφάνεια. Όπου κι αν στρέψουμε το βλέμμα, σκουντουφλούμε πάνω σε τυπωμένες λέξεις. Τα οπτικά μας νεύρα και, κατά συνέπεια το μυαλό μας, δέχονται επίθεση από γραπτά μηνύματα ανελέητα και χωρίς διακοπή.

Ταυτόχρονα είμαστε στο έλεος ακουστικών μηνυμάτων της γλώσσας ως ήχου: ραδιόφωνο, στέρεο, τηλεόραση, συνεχείς ανακοινώσεις σε δημόσιους χώρους κλπ.

Αυτή η ακουστική και οπτική παρουσία της γλώσσας, αυτή η κατάσταση όπου πολιορκείσαι και βομβαρδίζεσαι από αναρίθμητες λέξεις, γίνεται πράγματι συντριπτική. Δημιουργεί συνάμα ένα αίσθημα αβάσταχτης πίεσης και πληθωρισμού λέξεων, υποτίμησης της γλώσσας. Οι άνθρωποι πείθονται όλο και περισσότερο ότι οι λέξεις είναι εξαιρετικά φτηνές, απελπιστικά ανέδοξες και χωρίς αξία. Η γλώσσα όλο και πιο πολύ χάνει τη λειτουργία της ως φορέας νοημάτων, ως μέσο επικοινωνίας και καταντά ένας ουδέτερος ή ερεθιστικός θόρυβος, κάτι σαν βόμβος, σαν θανάσιμο νανούρισμα που οδηγεί σε πνευματική νάρκωση.

Αυτή η κατάσταση αποτελεί κάτι περισσότερο από πρόκληση για τη θεολογία και την Εκκλησία. Τί θα μπορούσαμε να προσφέρουμε ως απάντηση; Από έναν αριθμό δυνατών απαντήσεων, επιτρέψτε μου να αναφέρω δύο μόνο για παραπέρα προβληματισμό.

Η πρώτη είναι απλώς η σιωπή. 
Η προσπάθειά μας απέναντι στο γλωσσικό πληθωρισμό είναι ν΄ αρχίσουμε να καλλιεργούμε μια γνώση και μια διάθεση για σιωπή, μια ανάγκη για δημιουργία ζωνών και χώρων ησυχίας στη ζωή μας. Η θεολογία θα έπρεπε να οδηγεί στην αλάνθαστη ομορφιά του κόσμου της σιωπής. Είναι καιρός να τονίσουμε εκ νέου τις πολλές όψεις και πλευρές της εν Χριστώ σιωπής, ν΄ ανακαλύψουμε εκ νέου τον πλούτο και τη λειτουργία μιας γλωσσικής αποχής, όπως αυτή εκδηλώνεται στη ζωή των αγίων και ασκητών της Εκκλησίας μας. Η θεολογία θα έπρεπε μεταξύ άλλων να γίνει άσκηση για σιωπή και ησυχία, γεμάτων με την παρουσία του Θεού, παιδεία για μια γεμάτη νόημα σιωπή, διά μέσου της οποίας θα μπορούσαμε να έρθουμε σ΄ επαφή με το λόγο και τον κόσμο του Θεού.

Η δεύτερη απάντηση στην πρόκληση του σύγχρονου γλωσσικού εκφυλισμού είναι η εκ νέου επικέντρωση στη θεολογική πραγματικότητα της ιερότητας της γλώσσας. Για τη θεολογία η γλώσσα είναι ιερή, επειδή σχετίζεται άμεσα με το λόγο του Θεού -το λόγο που έφερε στην ύπαρξη το γιγάντιο σύμπαν, το λόγο ο οποίος είναι το κατεξοχήν όχημα της Αποκάλυψης του Θεού, της θείας αλήθειας σε μας. Η ιερότητα της γλώσσας και η μοναδικότητά της είναι το επίκεντρο της θεολογικής επεξεργασίας λόγω της άμεσης και αποφασιστικής σύνδεσης της σωτηριολογίας με την Εσχατολογία. Η θέση μας στη βασιλεία του Θεού εξαρτάται από την ομολογία εκ μέρους μας της πίστης, δηλαδή από μια λεκτική ομολογία (βλ. Ματθ. 10:32-33.Ρωμ. 10:9-10). Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η καρδιά της βασικής πράξης ενός μάρτυρα είναι γλωσσική, δηλαδή ένα λεκτικό γεγονός, μια προφορική δήλωση της πίστεως στον Χριστό, τον Κύριο. Εδώ η γλώσσα φθάνει στην ύψιστή της κατάσταση. ΄Ισως ασχολούμενοι με το γλωσσικό πληθωρισμό, είναι επίκαιρο να μελετήσουμε σοβαρά και με τιμιότητα την προειδοποίηση του Ιησού στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (12:36-37): "Λέγω δε υμίν ότι παν ρήμα αργόν ό εάν λαλήσωσιν οι άνθρωποι, αποδώσουσι περί αυτού λόγον εν ημέρα κρίσεως. εκ γαρ των λόγων σου δικαιωθήση και εκ των λόγων σου καταδικασθήση".

2. Η πρόκληση της βιοϊατρικής τεχνολογίας

  Η δεύτερη μεγάλη πρόκληση η οποία ελκύει την προσοχή μας είναι αυτή που δημιουργείται με τη λεγόμενη βιοϊατρική τεχνολογία. Στην πραγματικότητα σ΄ αυτήν την περίπτωση συναντούμε όχι μια αλλά διάφορες σοβαρές προκλήσεις, οι οποίες προέρχονται από τη βιοχημεία, τη βιολογία, τη βιοϊατρική και τη βιοτεχνολογία.
 

Ποιά ειδικά είναι τα προβλήματα στην περίπτωση αυτή; Εδώ έχουμε να κάνουμε με πολύ προωθημένες τεχνικές στη γενετική μηχανική. Οι σκοποί των επιστημόνων που συμμετέχουν στα πειράματα και τα διάφορα σχέδια είναι πολλαπλοί και ποικίλουν. 

Επιτρέψτε μου να αναφέρω μερικούς: 

(α) Η τροποποίηση των κληρονομικών μηχανισμών των μικροοργανισμών ή κυττάρων, 

(β) Η συγχώνευση κυττάρων διαφόρων ζωντανών οργανισμών, 

(γ) Η σύνθεση και παραποίηση του DNA (αρχικά του δεσοξυριβοζονουκλεϊνικού οξέως), το οποίο συχνά χαρακτηρίζεται ως το κύριο μόριο της ζωής, και 

(δ) το οποίο είναι και το πιο σημαντικό, η συμπλοκή γονιδίων ή επανασυνδυασμένου DNA, ένα τρομερό επίτευγμα, που συγκρίνεται μόνο με τη διάσπαση του ατόμου και την επακόλουθη απελευθέρωση πυρηνικής ενέργειας. Το τελικό αποτέλεσμα όλης αυτής της επιστημονικής δραστηριότητας είναι η δυνατότητα για δραστική παρέμβαση στις βασικές κληρονομικές διαδικασίες.
 

Η πρόκληση για τη θεολογία είναι καταφανής, παρά το ότι τα είδη που μνημονεύθηκαν πιο πάνω είνα μερικά μονάχα παραδείγματα. Πώς αντιμετωπίζουμε αυτό το φοβερό επιχείρημα; Μπορεί η θεολογία να μένει ουδέτερη και άφωνη; Πρόκειται να συμμετέχουμε ως υπνωτισμένοι ή αφελείς θεατές, παρακολουθώντας μια διαδικασία η οποία ίσως παράγει σωτήρια φάρμακα αλλά και θανατηφόρους ιούς και, γιατί όχι, τέρατα; Στην περίπτωση αυτή, που είναι εξαιρετικά λεπτή και πολύπλοκη, το καθήκον της θεολογίας θα έπρεπε, ίσως, ν΄ αρχίσει με μια νέα υπογράμμιση της ιερότητας της ζωής, με πάρα πέρα καλλιέργεια του σεβασμού για κάθε ζωντανό πλάσμα. Το φαινόμενο της ζωής, το εκπληκτικό αυτό φαινόμενο που προκαλεί δέος, απαιτεί μεθοδική, φιλόπονη και εκτεταμένη θεολογική εργασία στα χρόνια που μας έρχονται. Επιπλέον, αυτή είναι μια περίπτωση και μια περιοχή, όπως η αλήθεια της δημιουργίας της ζωής από τον Θεό και της δημιουργίας του ανθρώπου από τον Θεό, που θα έπρεπε να υπογραμμισθεί μ΄ έμφαση. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κι όχι αυτόνομος και στηριζόμενος στον εαυτό του είναι υπέρτατης αξίας για όλα τα πειράματα και τις προσπάθειες που έχουν σχέση με τη βιοϊατρική τεχνολογία. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχουμε όρια ως άνθρωποι, ότι η φύση μας είναι πεπερασμένη. Δεν είμαστε ανεξάρτητοι κι ας αφήσουμε κατά μέρος τί προσποιούμαστε ότι είμαστε. Δεν είμαστε οι κύριοι της ζωής στο σύμπαν. Υπάρχει μια αμοιβαιότητα σχέσεων μεταξύ Θεού, ανθρώπου και ζωντανών οργανισμών. Υπάρχει ένα δίκτυο διασυνδέσεων που προέρχεται από το αρχικό γεγονός της δημιουργίας.
 

Η θεολογία θα μπορούσε και θα έπρεπε να παρουσιάσει τις αλήθειες αυτές στον κόσμο όχι ως αρνητικό δόγμα αλλά ως θετική και υψοποιό διδασκαλία, διδασκαλία που αποκαθιστά την ιδέα της ιερότητας της ζωής και διευκρινίζει το ρόλο του ανθρώπου ως εξερευνητή μέσα στο δημιουργημένο κόσμο, του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος, αφού και ο ίδιος είναι ένα δημιουργημένο ον.

3. Η πρόκληση των ανθρωπίνων σχέσεων

 Η τρίτη πρόκληση εμφανίζεται στον εκπληκτικά περίπλοκο κόσμο των ανθρωπίνων σχέσεων. Αυτό που βιώνουμε σήμερα και εκείνο που θα γίνει πιο έντονο στα χρόνια που έρχονται είναι μια βαθιά και ριζική αλλαγή ή κλονισμός στις σχέσεις αυτές. Βασικοί θεσμοί, όπως ο γάμος, βρίσκονται υπό συνεχή συζήτηση κι εξονυχιστική έρευνα και αναθεώρηση. Οι ενδοοικογενειακές σχέσεις και δυναμική αποσταθεροποιούνται με αυξανόμενο ρυθμό. Η χωρίς αναπνοή κινητικότητα, ο τρόπος ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα μεταβάλλονται αδιάκοπα σε παράγοντες που εμποδίζουν τις ουσιαστικές και μόνιμες σχέσεις. Η ανάγκη για βίωση δίδει ώθηση στο να υπεραναπτυχθούν ισχυρά ατομικιστικά και ζωώδη στοιχεία στους ανθρώπους. Μεγάλες περιοχές υπηρεσιών, ειδικά οι δημόσιες υπηρεσίες περιέρχονται σταθερά στην κυριαρχία της τεχνολογίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών, η οποία οδηγεί σε πάρα πέρα δραματική μείωση της επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Η απο-προσωποποίηση και η απ-ανθρωποποίηση καταβροχθίζει αδυσώπητα μεγάλο μέρος της καθημερινής ζωής. Ευρείες και ζωτικές περιοχές των διαπροσωπικών σχέσεων, όπως η ανθρώπινη σεξουαλικότητα, δέχονται αδιάλειπτα επιδράσεις και τροποποιούνται από καταστροφικούς παράγοντες. Το σπάσιμο των σχέσεων, η αυξανόμενη δυσκολία για πραγματική σε βάθος επικοινωνία και η επακόλουθη μοναξιά και απομόνωση στο σύγχρονο κόσμο, αποτελούν μια πρόκληση κολοσσιαίων διαστάσεων για τη θεολογία και την Εκκλησία μας.

 

 

 

Εδώ η ορθόδοξη θεολογία έχει το υψηλό και επείγον καθήκον να μεταφέρει στους ανθρώπους τον ανεξάντλητο πλούτο των ανθρωπολο γικών και σωτηριολογι κών αληθειών και εμπειριών της Εκκλησίας. Οι αλήθειες αυτές θα μπορούσαν και θα έπρεπε να παρουσιαστούν, ερμηνευθούν εκ νέου και αναλυθούν. Θα έπρεπε να εφαρμοστούν αυτές με αγάπη και φροντίδα στα σχετικά προηβλήματα.
 

Η ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου, ενός προσώπου λυτρωμένου εν Χριστώ, θα έπρεπε να έρθει ξανά στο επίκεντρο. Ταυτόχρονα το φοβερό και μεγαλειώδες μυστήριο της Αγίας Τριάδος, ως αποκάλυψης των υπέρτατων και τέλειων διαπροσωπικών σχέσεων, δίδει μια μοναδική απάντηση σ΄ έναν αριθμό δύσκολων ερωτημάτων.
 

Επιπλέον, το γεγονός του θεσμού της Εκκλησίας ως του χώρου της αποκάλυψης της θείας αλήθειας, το γεγονός ότι αυτή η αλήθεια και η ζωή που τη συνοδεύει έχουν δοθεί όχι σε άτομα ως τέτοια, αλλά στην Εκκλησία ως σώμα, σ΄ έναν οργανισμό καθορισμένο με μοναδικό τρόπο από σχέσεις, δίδει στη θεολογία τεράστιες δυνατότητες.
 

Η ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου και η ιερότητα και απόλυτη προτεραιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων, με την τελική αναφορά τους στην Αγία Τριάδα και η άμεση φανέρωσή τους στη ζωή της Εκκλησίας διά μέσου των αιώνων, αποκαλύπτει μιά γοητευτική προοπτική για μας.
 

Πρέπει με κάθε ταπεινοφροσύνη ν΄ αποδεχτούμε την πρόκληση ως δώρο του Θεού και να προχωρήσουμε μ΄ ευγνωμοσύνη στην εργασία.
 

Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος 
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής «Τίμιος Σταυρός» Βοστώνης

Subscribe to Email