Μητροπολίτου Προικονήσου  Ιωσήφ

            Τον Δεκαπενταύγουστο ψάλλουμε Παρακλήσεις, Μικρές και Μεγάλες. Εναλλάξ. Μία μέρα τη Μικρή, μία τη Μεγάλη. Δέκα, ένδεκα ή δώδεκα Παρακλήσεις εν συνόλω. Ανάλογα με τη θέση των Σαββατοκύριακων της περιόδου. Όσες είναι οι Εντολές ή όσα τα Έωθινά, ή όσοι οι Απόστολοι.

          Οι δύο Παρακλητικοί Κανόνες εις την Ύπεραγίαν Θεοτόκον βρίσκονται στο βιβλίο της Παρακλητικής. Στο τέλος, μαζί με τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου, επίσης αναφερόμενο στην Ύπεραγία Θεοτόκο. Τελική παράκλησις του πιστού στην μετά Θεόν τελευταία ελπίδα του. Τελική και πληθωρική παρηγοριά κι αναψυχή του.

          Ό Αύγουστος, τελευταίος μήνας του εκκλησιαστικού έτους, με διάταγμα του Αυτοκράτορας Ανδρόνικου Β’ του Παλαιολόγου ώρίσθηκε να είναι αφιερωμένος στη μνήμη της Θεοτόκου από την πρώτη ήμερα του ως την τριακοστή πρώτη. Κι εκείνος φιλοτιμήθηκε και φρόντισε να Της χαρίση την πιο όμορφη πανσέληνο του χρόνου, ν’ αναπαύση, στην Κοίμησί Της, τα άχραντα πόδια Της πάνω της, και είδε κι έθαύμασε σαν παιδί ο πολύς Κόντογλου κι ονομάτισε τη Σελήνη Ύποπόδιον της Θεοτόκου.

      Στα πλαίσια αυτά της Αυγουστιάτικης θεομητορικής ευλάβειας, οι Παρακλητικοί Κανόνες της Παναγίας έχουν μια θέση πού ξεχωρίζει. Κανονίζουν καθημερινά την έκφραση της ευσέβειας μας και την υποβολή των αιτημάτων μας προς τον Θεό. Και μας καλούν παρά, δηλαδή δίπλα. Έξω από το στενό χώρο όπου βρισκόμαστε καθημερινά και θλιβόμαστε με το ένα και το άλλο συναπάντημα της ζωής και στενοχωρούμαστε με τις βιοτικές μέριμνες και τα χιλιόμορφα ανθρώπινα βάσανα. Στον άνετο χώρο της Χάριτος. Εκεί πού μπορεί κανείς ν’ αναπνέει άνετα και ελεύθερα. Στον πλατυσμό της Πλατυτέρας των Ουρανών. Στην άνεση και την ευρυχωρία της Χώρας των Ζώντων.

         Ό πρώτος, ό Μικρός Παρακλητικός Κανόνας είναι «Ποίημα Θεοστηρίκτου Μοναχού. Οι δε (υποστηρίζουν) Θεοφάνους».

          Ό δεύτερος, ό Μέγας, είναι «Ποίημα του Βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως», ήγουν του πολύπαθου τελευταίου Αύτοκράτορος της Νικαιας (1222 – 1258) πού καλογήρεψε προτού πεθάνει σε ηλικία 36 μόλις χρόνων, κι έλαβε τ’ όνομα Θεοδόσιος. Και τα τέσσερα ονόματα έχουν ως πρώτο συνθετικό τον Θεό Θεοστήρικτος, Θεοφάνης, Θεοδωρος, Θεο-δόσιος. «Αξιον και δίκαιον, αφού αμφότεροι οι Κανόνες είναι φανερώσεις του στηριγμού, των δόσεων και των δωρεών του Θεού προς τον αναζητητή παρακλήσεως πιστό, δια της Θεοτόκου.

Subscribe to Email